Το Πάσχα του 1822 στην Επαναστατημένη Ρούμελη ήταν από τα πιο αξέχαστα για τον Στρατηγό Γεώργιο Καραϊσκάκη και αυτό γιατί ήταν το τελευταίο που γιόρτασε αφού το αρματολίκι και ο αγώνας δεν του άφηναν καιρό. Έτσι στις 16 Απριλίου του 1822, ημέρα του Πάσχα ο Καραϊσκάκης μαζί με τους άνδρες και τα πρωτοπαλίκαρα του μαζεύτηκαν στο σπίτι του Καπετάν Δρακούλη, στο χωριό Ραχιά λίγο έξω από τα Άγραφα…Οι λογοτεχνικές ρίμες αναφέρουν πως σουβλίστηκαν από το ασκέρι του Καραϊσκάκη πάνω από 60 αρνιά, με το γλέντι να σημαδεύεται από διάφορα άγνωστα περιστατικά. Κατά την διάρκεια του γλεντιού ο Καραϊσκάκης γνωστός για την αθυροστομία και το έκρυθμο του χαρακτήρα του, παίρνοντας ένα κομμάτι από το αρνί έτυχε την σπάλα που κατά τις δοξασίες σημάδευε την μοίρα του επιλαχόντα. Τότε μια από τις ψυχοκόρες του σπιτιού του είπε πως ξέρει να διαβάζει την μοίρα από την σπάλα. Ο Καραϊσκάκης δέχτηκε και εκείνη τρομαγμένη του είπε : “Να με σχωρνάς Καπετάνιο μου μα βλέπω θάνατο..”. Γελώντας ο Καραϊσκάκης της απάντησε: “Στον Πο=_€&# μου… Ακούσατε ωρέ παλικάρια τι μου είπε; θάνατο για μένα που με κυνηγάει όλο το Σουλτανάτο να με κόψει φέτες… Λες και έχω κάτι άλλο να καρτερώ…”.Το γλέντι συνεχίστηκε με νταούλια και κλαρίνα και ένα από τα πρωτοπαλίκαρα του Καραϊσκάκη ο Γιαννούτσος Σούρλας από το Γαλαξείδι, είδε τον σκληροτράχηλο και αλύγιστο οπλαρχηγό να δακρύζει, ακούγοντας τον έναν νταουλιέρη να τραγουδά την πρώτη παραλλαγή του δημοτικού τραγουδιού “Ιτιά – Ιτιά” που οι στίχοι του ήταν άλλοι τότε και έλεγαν: “Για σένα μαυρομάτα μου… Στην φυλακή τα νιάτα μου..”.
“Τι έχεις καπετάνιο;” ρώτησε ο Γιαννούτσος τον Καραϊσκάκη και εκείνος απάντησε : “Να σας χέσω… Με πήρε το παράπονο Πασχαλιάτικα..” αναφερόμενος ίσως στον παλιό του έρωτα με την βαφτισμένη Τουρκοπούλα Μαριώ.