Αν ο Αλέξης Τσίπρας ανέβηκε στο Παλλάς για να παρουσιάσει το βιβλίο του, ο Παύλος Πολάκης φρόντισε από τα τηλεοπτικά θεωρεία του ΟΡΕΝ να… ρίξει την παράσταση. Με το αμίμητο «έχω υψοφοβία από τις εξέδρες και τα θεωρεία», ο πρώην υπουργός επιχείρησε να εξηγήσει γιατί απουσίαζε — μόνο που τελικά έδωσε περισσότερα υπονοούμενα απ’ όσα μάζεψε.
Γιατί βλέπετε, δεν είναι μόνο ότι «δεν του άρεσε η εικόνα» με Φάμελλο και Χαρίτση να κοιτούν τον Τσίπρα από τον εξώστη. Είναι ότι ο Πολάκης, με την άνεση που διαθέτει ο άνθρωπος που «ξέρει μοναχός από τις πορτοκαλιές να κάνει πορτοκάλια», φρόντισε να αφήσει την αιχμή του: «Στον κάθε ένα κάνουν αυτά που επιτρέπουν να του κάνουν». Διότι όταν δεν πας στο Παλλάς, πας… για καταγγελίες.
Και εκεί αρχίζει το πραγματικό ρεσιτάλ. Ο Τσίπρας στο βιβλίο του ασκεί κριτική στις παλιές «προγραφές» Πολάκη, αλλά ο κ. πρώην αναπληρωτής υπουργός Υγείας όχι απλώς δεν κάνει πίσω, αλλά τις υπερασπίζεται και με περισσό στόμφο — όπως και τις θέσεις του για τα εμβόλια, τις οποίες ο Τσίπρας επίσης φωτογραφίζει ως λάθος. Αν είχαν μείνει μόνο στο υψόμετρο της Πατησίων, όλα θα ήταν πιο απλά. Αλλά εδώ μιλάμε για… πολιτική οροσειρά.
Όταν δε φτάνουμε στο θέμα «συμπόρευσης» με τον Τσίπρα, ο Πολάκης βγάζει ξανά το μαχαίρι απ’ το ζωνάρι: δεν κάνει «παρακάλια», μένει στον ΣΥΡΙΖΑ και μοιράζει χρεώσεις: «Άλλο να λες διαφθορά και άλλο να λες ότι το ΚΕΕΛΠΝΟ έδινε 12,5 ευρώ η φακή». Με άλλα λόγια, κάνει σαφές ότι εκείνος παραμένει πιστός στη «γραμμή» του, κι ας μην συμφωνεί ο πρώην πρωθυπουργός — που τον έβγαλε στο κέντρο της σκηνής για χρόνια.
Αλλά το πραγματικό καρφί έρχεται στο τέλος: ο Πολάκης κατηγορεί τον Τσίπρα ότι δεν αναφέρει στο βιβλίο το «τεράστιο έργο» στην υγεία, ούτε εξηγεί γιατί το 32% έγινε 17–20%. Και φυσικά, δίνει ο ίδιος την απάντηση: «παρακαλάγαμε το ΠΑΣΟΚ, λειάναμε το μέτωπο, δεν συγκρουστήκαμε με τη διαπλοκή». Δηλαδή, όχι μόνο ο Τσίπρας φταίει, αλλά και δεν το γράφει.
Σε μια χώρα που έχει δει πολιτικά δράματα και πολιτικούς καβγάδες, ο άτυπος αυτός δημόσιος διάλογος μοιάζει περισσότερο με stand-up… χωρίς μικρόφωνο. Μόνο που εδώ το γέλιο βγαίνει πικρό, και το χειροκρότημα —αν υπάρξει— μάλλον θα χαθεί ανάμεσα σε θεωρεία, εξώστες και υψοφοβίες που τελικά κρύβουν κάτι πολύ πιο απλό: ένα κόμμα που ακόμη ψάχνει ποιος ακριβώς στέκεται στη σκηνή και ποιος στο παρασκήνιο.





