Η χθεσινή περιβαλλοντική έγκριση του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας για το πρόγραμμα έρευνας και εκμετάλλευσης υδρογονανθράκων στη θαλάσσια περιοχή «Νότια Πελοπόννησος» αποτελεί ένα ακόμη βήμα σε μια στρατηγική που η κυβέρνηση έχει θέσει με σαφή προσανατολισμό: την αξιοποίηση των εγχώριων ενεργειακών πόρων με τρόπο θεσμικά θωρακισμένο, περιβαλλοντικά υπεύθυνο και οικονομικά ανταγωνιστικό. Η απόφαση της Γενικής Διεύθυνσης Περιβαλλοντικής Πολιτικής, σε συνέχεια μιας εκτεταμένης φάσης διαβούλευσης, σηματοδοτεί ότι το ελληνικό κράτος λειτουργεί με συνέπεια σε έναν τομέα που επί δεκαετίες χαρακτηριζόταν από καθυστερήσεις, ασάφειες και αποσπασματικές πρωτοβουλίες.
Η συμμετοχή της Chevron ως operator στο συγκεκριμένο εγχείρημα δεν αποτελεί απλώς τεχνοκρατική επιλογή αλλά μια διεθνή ψήφο εμπιστοσύνης στην αξιοπιστία της ελληνικής πολιτείας και του ρυθμιστικού της πλαισίου. Σε μια περίοδο κατά την οποία η ενεργειακή ασφάλεια της Ευρώπης επαναξιολογείται, η Ελλάδα αποδεικνύει ότι μπορεί να αναδειχθεί σε σταθερό πυλώνα στην Ανατολική Μεσόγειο, προσελκύοντας επενδύσεις που έως πρόσφατα θεωρούνταν πολιτικά υψηλού ρίσκου.
Μεθοδικότητα, θεσμικότητα και η νέα φιλοσοφία των αδειοδοτήσεων
Η έγκριση της Στρατηγικής Μελέτης Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων (ΣΜΠΕ-Υ-ΝΠ) αποτυπώνει μια κουλτούρα διακυβέρνησης που δίνει έμφαση στη σαφήνεια, στη λογοδοσία και στην πρόβλεψη. Η κυβέρνηση έχει αναδείξει κατ’ επανάληψη ότι η ταχεία αλλά σοβαρή ωρίμανση έργων αποτελεί κεντρικό άξονα της αναπτυξιακής της πολιτικής. Η σημερινή απόφαση είναι αποτέλεσμα ακριβώς αυτής της φιλοσοφίας.
Το πρόγραμμα, συνολικής έκτασης 7.974 τετραγωνικών χιλιομέτρων, αφορά δύο διακριτές θαλάσσιες ζώνες και έχει σχεδιαστεί με πλήρη ενσωμάτωση όλων των σύγχρονων περιβαλλοντικών προτύπων. Στην καρδιά της διαδικασίας βρίσκεται η αντίληψη ότι η προστασία του περιβάλλοντος δεν είναι εμπόδιο αλλά προϋπόθεση, μια αρχή που η κυβέρνηση έχει καταστήσει σαφή τόσο σε προηγούμενες ενεργειακές επενδύσεις όσο και στο αναθεωρημένο Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα.
Ιδιαίτερη βαρύτητα δίνεται στη δημιουργία Μονάδας Περιβάλλοντος, η οποία θα έχει την ευθύνη παρακολούθησης, πρόληψης και άμεσης αντίδρασης σε περιβαλλοντικά ζητήματα. Πρόκειται για μια θεσμική καινοτομία που θωρακίζει το έργο από τον σχεδιασμό μέχρι την ολοκλήρωσή του, διασφαλίζοντας απευθείας σύνδεση με τις τοπικές κοινωνίες, τα επιστημονικά παρατηρητήρια και τους αρμόδιους φορείς.
Το γεγονός ότι στη διαδικασία ελήφθησαν υπόψη οι παρατηρήσεις οργανώσεων όπως Greenpeace, WWF και το «Πέλαγος» καταδεικνύει ότι η κυβέρνηση αντιμετωπίζει τον δημόσιο διάλογο ως στοιχείο ενίσχυσης — και όχι υπονόμευσης — της αξιοπιστίας του έργου. Η έγκριση ενσωματώνει αυστηρούς όρους, ειδικά ως προς την προστασία των ευαίσθητων ειδών και οικοτόπων, αποδεικνύοντας ότι η Ελλάδα μπορεί να συνδυάσει αναπτυξιακή φιλοδοξία με ουσιαστική περιβαλλοντική πολιτική.
Σε επίπεδο οικονομίας, η απόφαση δημιουργεί μια νέα δυναμική. Το project εντάσσεται στο πλαίσιο του ΕΣΕΚ και λειτουργεί συμπληρωματικά προς τους στόχους των ΑΠΕ. Η κυβέρνηση, στέλνοντας καθαρό μήνυμα σε επενδυτές και αγορές, επιδιώκει την αξιοποίηση των πιθανών αποθεμάτων ως μέσο ενίσχυσης της ενεργειακής αυτονομίας και της γεωπολιτικής θέσης της χώρας.
Παράλληλα, η ΣΜΠΕ προβλέπει εκτεταμένες διαδικασίες αξιολόγησης σωρευτικών επιπτώσεων, συνεργασία με την ΕΔΕΥΕΠ και μηχανισμό αναστολής εργασιών εφόσον προκύψουν νέα επιστημονικά δεδομένα. Το πλαίσιο είναι σύγχρονο, αυστηρό και απολύτως συμβατό με τις ευρωπαϊκές προδιαγραφές.
Το τελικό αποτύπωμα είναι σαφές: η κυβέρνηση προχωρά με σταθερά και θεσμικά βήματα σε μια εθνικής σημασίας ενεργειακή πρωτοβουλία. Με όρους διαφάνειας, περιβαλλοντικής ευθύνης και γεωοικονομικής στρατηγικής, η χώρα αποκτά θέση σε έναν τομέα που για χρόνια έμενε ανεκμετάλλευτος. Η σημερινή εξέλιξη δεν είναι απλώς μια έγκριση· είναι ένα μήνυμα πως η Ελλάδα έχει σχέδιο, συνέπεια και αυτοπεποίθηση για το μέλλον της ενεργειακής της πολιτικής.





