Η φοροδιαφυγή ήταν επί δεκαετίες το «ιερό δισκοπότηρο» της ελληνικής πολιτικής ζωής. Όλοι την κατήγγελλαν, ελάχιστοι τη χτυπούσαν πραγματικά και σχεδόν κανείς δεν πλήρωνε πολιτικό κόστος για να την περιορίσει. Μέχρι τώρα. Η δημόσια τοποθέτηση του αντιπροέδρου της κυβέρνησης Κωστή Χατζηδάκη δεν αφήνει πολλά περιθώρια παρερμηνειών: από το 2019 και κυρίως την περίοδο 2023–2025, η κυβέρνηση έκανε όσα δεν τόλμησαν να κάνουν όλες οι προηγούμενες μαζί.
Και οι αριθμοί μιλούν από μόνοι τους. Μείωση του κενού ΦΠΑ κατά 61% σε σχέση με το 2017, προσέγγιση του ευρωπαϊκού μέσου όρου ήδη από το 2024 – τρία χρόνια νωρίτερα από τον αρχικό στόχο. Όχι με «μαγικά ραβδιά», αλλά με πολιτικές αποφάσεις, ψηφιακά εργαλεία και σύγκρουση με κατεστημένες αντιλήψεις. Όσοι επιχειρούν να υποβαθμίσουν αυτά τα στοιχεία, απλώς ενοχλούνται από το αποτέλεσμα.
Η διασύνδεση πάνω από 400.000 ταμειακών μηχανών με τα POS, το myDATA, η συστηματική παρακολούθηση της αγοράς και οι στοχευμένοι έλεγχοι δεν είναι τεχνικές λεπτομέρειες. Είναι η απόδειξη ότι το κράτος μπορεί να λειτουργήσει σύγχρονα, χωρίς ιδεοληψίες και χωρίς να χαϊδεύει αυτιά.
Από τα λόγια στα έσοδα – και από τα έσοδα στη δικαιοσύνη
Τα επιπλέον 960 εκατ. ευρώ έσοδα από ΦΠΑ το 2024 και τα 950 εκατ. ευρώ το 2025 δεν είναι απλώς δημοσιονομική επιτυχία. Είναι πολιτικό κεφάλαιο. Διότι αυτά τα χρήματα επιτρέπουν μειώσεις φόρων για τη μεσαία τάξη, στήριξη των πιο ευάλωτων και κάλυψη εθνικών αναγκών χωρίς νέες επιβαρύνσεις. Με απλά λόγια, πληρώνουν λιγότεροι για περισσότερους – και όχι το αντίστροφο, όπως συνέβαινε στο παρελθόν.
Δεν είναι τυχαίο ότι ο Κωστής Χατζηδάκης δηλώνει πως δεν υπολόγισε τις αντιδράσεις. Η μάχη με τη φοροδιαφυγή ποτέ δεν ήταν δημοφιλής σε όλους. Ήταν όμως αναγκαία. Και το γεγονός ότι η σκυτάλη περνά απρόσκοπτα στον Κυριάκο Πιερρακάκη και τον Γιώργο Πιτσιλή δείχνει πως δεν πρόκειται για πυροτέχνημα, αλλά για στρατηγική επιλογή με συνέχεια.
Σε μια χώρα όπου για χρόνια η αδικία είχε γίνει κανονικότητα, η πάταξη της φοροδιαφυγής αποκτά ξεκάθαρο πρόσημο κοινωνικής δικαιοσύνης. Και αυτό είναι ίσως το πιο ενοχλητικό – αλλά και το πιο αδιαμφισβήτητο – πολιτικό συμπέρασμα.





