Άρθρο της Καθηγήτριας Πολιτικής Φιλοσοφίας και Προέδρου του Τμήματος Φιλοσοφίας ΕΚΠΑ Βάνας Νικολαΐδου – Κυριανίδου στο «TPP» για την πανεπιστημιακή Αστυνομία
Το ερώτημα: «Τι πανεπιστήμια θέλουμε;» έχει διατυπωθεί πάρα πολλές φορές. Επίσης, οι απαντήσεις όσων εναντιώνονται στη εργαλειοποίηση των ΑΕΙ και στη μετατροπή τους σε βορά «επαναστατικών ονειρώξεων», συγκλίνουν. Θέλουμε ένα πανεπιστήμιο που να παρέχει υψηλή ποιότητα σπουδών, αντάξιων των πολύ καλών ευρωπαϊκών, και όχι μόνον, πανεπιστημίων. Αυτό είναι παγκοίνως γνωστό ότι απαιτεί τον διορισμό διδασκόντων υψηλού επιστημονικού επιπέδου και άριστες υλικοτεχνικές υποδομές.
Το λύσαμε; Όχι! Δεν το λύσαμε, γιατί οι καλές σπουδές απαιτούν ακόμη ευπρεπείς χώρους, ελεύθερη διακίνηση των ιδεών και απρόσκοπτη διεξαγωγή της εκπαιδευτικής διαδικασίας. Οι τρείς αυτές παράμετροι φέρνουν στο τραπέζι το ζήτημα της πανεπιστημιακής αστυνομίας. Στην πραγματικότητα, αξιώνουν να σταματήσει το μπάχαλο που απειλεί, ποικιλοτρόπως, τη λειτουργία των πανεπιστημιακών Ιδρυμάτων. Και όταν κάνω λόγο για μπάχαλο, δεν αναφέρομαι μόνον στα εντυπωσιακά επεισόδια που αποκτούν δημοσιότητα και αφήνουν άφωνους τους φορολογούμενους πολίτες. Αναφέρομαι στο γεγονός ότι το ελληνικό πανεπιστήμιο, σε πλήρη αντίθεση με άλλους χώρους της δημόσιας σφαίρας, αποτελεί το πλέον πρόσφορο μέρος για να λάβουν χώρα οι κάθε είδους παρεκτροπές.
Ο λόγος για τον οποίο συμβαίνει αυτό είναι επειδή παραμένει εντελώς απροστάτευτο. Κανείς εκεί δεν μπορεί να αποτρέψει ή να εμποδίσει μια ομάδα να βανδαλίσει, να καταστρέψει, να προπηλακίσει, διακόψει τη διεξαγωγή των νόμιμων διαδικασιών λειτουργίας ή να μετατρέψει διάφορους χώρους των Ιδρυμάτων σε κατειλημμένα στέκια αντι-εξουσιαστικών εξουσιομανών. Ατιμωρητί, ομάδες ανθρώπων που αρνούνται να πουν το όνομά τους και οι οποίοι δεν είναι φοιτητές ή δεν θα έπρεπε να εξακολουθούν, χωρίς καμία συνέπεια, να είναι φοιτητές, προβαίνουν σε μικρής ή μεγάλης έντασης βίαιες ενέργειες. Γιατί; Απλώς, επειδή έτσι τους αρέσει. Καλύτερα: επειδή γνωρίζουν ότι δεν πρόκειται να λογοδοτήσουν σε κανέναν και για τίποτε. Απολύτως ανενόχλητοι, καταστρέφουν την αισθητική των κτηρίων, μουτζουρώνοντας τα πάντα με συνθήματα, κρεμώντας, όπου τους κάνει κέφι, τεράστια πανώ ή εκατοντάδες αφίσες, δημιουργώντας μια αίσθηση βρωμιάς και εγκατάλειψης. Μπορούν να μπαίνουν κλωτσώντας την πόρτα στα γραφεία των διδασκόντων και σβήνοντας τα αποτσίγαρά τους στο πάτωμα (προσωπικό βίωμά μου, εδώ και λίγα χρόνια) ή αρπάζοντας τον υπολογιστή καθηγητή (εμπειρία συναδέλφου), ο οποίος αρνήθηκε να τους καταδώσει το όνομα ενός μεταπτυχιακού φοιτητή, επιτηρητή των εξετάσεων. Ακούω κάποιους να διαμαρτύρονται: «Μα δεν έχουν ευθύνη γι’ αυτές τις καταστάσεις οι πανεπιστημιακοί και οι διοικήσεις τους;».
Για τη διαμόρφωση αυτών των καταστάσεων, δηλώνω απερίφραστα, και όχι για πρώτη φορά: «Βεβαίως και έχουν». Είναι αναντίρρητο γεγονός ότι για την εγκαθίδρυση ενός κομματικού φοιτητοπατερισμού υπαίτιοι είναι οι πανεπιστημιακοί τους οποίους συνέφεραν αυτού του είδους οι συναλλαγές με τα διάφορα γκρουπούσκουλα. Όπως όμως πάντα συμβαίνει, όταν υπάρχει ασυδοσία, η απαράδεκτη ανοχή, λόγω ιδιοτελούς «χαϊδέματος», έδωσε πλέον τη θέση της στο φόβο. Ασχέτως με το αν προσωπικά θεωρώ ότι ο φόβος δεν επιτρέπεται, εν προκειμένω, να αδρανοποιεί και να παραλύει, εντούτοις οφείλω να τον δικαιολογήσω.
Με άλλα λόγια, οι πανεπιστημιακοί δεν είναι γνώστες πολεμικών τεχνών και οι φοιτητές δεν χρειάζεται να είναι ρωμαλέοι, για να περατώσουν υπό καλές συνθήκες τις σπουδές τους. Όσοι χαιρετίσαμε την εξαγγελία της κυβέρνησης για την ίδρυση της ΟΠΠΙ δεν είμαστε λάτρεις της καταστολής. Είμαστε πανεπιστημιακοί που θέλουμε να σπουδάζουν οι φοιτητές μας σε χώρους κατάλληλους γι’ αυτό το σκοπό και υπό συνθήκες πραγματικής ελευθερίας και ασφάλειας. Είμαστε πανεπιστημιακοί που πιστεύουμε ακράδαντα ότι οι νέοι άνθρωποι που δεν έχουν τη δυνατότητα να καταβάλουν δίδακτρα, όχι μόνο θα πρέπει να μπορούν να σπουδάσουν, αλλά και να νιώθουν περήφανοι για το γεγονός ότι φοιτούν στο ελληνικό δημόσιο πανεπιστήμιο. Σχολίασα προ ημερών ότι η ίδρυση μη κρατικών πανεπιστημίων θα δώσει μια ευκαιρία στα δημόσια ΑΕΙ να αντιμετωπίσουν δυναμικά, για λόγους επιβίωσης, τις παθογένειές τους, λόγω του ανταγωνισμού. Όμως, παρέλειψα να συμπληρώσω ότι, για να γίνει αυτό, πρέπει οπωσδήποτε και πρώτα απ’ όλα να τους δοθεί η δυνατότητα να ανακτήσουν τα γνωρίσματα ενός κανονικού πανεπιστημίου. Όπως έχουν τα πράγματα, το τι πρόκειται να συμβεί εξαρτάται από τη στάση της Πολιτείας.
Όταν διακυβεύεται το μέλλον της δημόσιας παιδείας, το πολιτικό κόστος πρέπει να χάνει τη σημασία του, ενώ η προσπάθεια αποφυγής των αντιδράσεων όσων ρημάζουν τα ΑΕΙ, πρέπει να φαντάζει ασήμαντη μπροστά στο διακύβευμα. Και για να γίνω σαφέστερη στους παροικούντες την Ιερουσαλήμ, θα τελειώσω λέγοντας: Το αυτοδιοίκητο δεν πρέπει να είναι à la carte. Με άλλα λόγια, στην προκειμένη περίπτωση, θα σας παρακαλούσα να μην το αγιοποιήσετε, για τον λόγο ότι εδώ βολεύει!
Επίσης, για να παρηγορήσω όσους εναντιώνονται στην ΟΠΠΙ, να τους θυμίσω ότι οι πραγματικές φοιτητικές εξεγέρσεις είναι μαζικές και για πολύ σοβαρό και κατανοητό από τους πάντες λόγο!
Καθηγήτρια Πολιτικής Φιλοσοφίας
Πρόεδρος Τμήματος Φιλοσοφίας, ΕΚΠΑ