Η κυβέρνηση Μητσοτάκη ανοίγει νέο κεφάλαιο στις ελληνολιβυκές σχέσεις, με αφετηρία τον σεβασμό του Διεθνούς Δικαίου και ξεκάθαρη στρατηγική για την ακύρωση του τουρκολιβυκού μνημονίου
Η έναρξη των συνομιλιών Ελλάδας – Λιβύης για την οριοθέτηση της ΑΟΖ στην Αθήνα δεν είναι μια ακόμη διπλωματική διαδικασία. Αντίθετα, αποτελεί βήμα μεγάλης στρατηγικής σημασίας, καθώς για πρώτη φορά μετά από χρόνια η Τρίπολη αναγκάζεται να καθίσει στο τραπέζι του διαλόγου, υπό την πίεση της Αθήνας αλλά και της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ο Γιώργος Γεραπετρίτης, με τη γνωστή ψυχραιμία και αποφασιστικότητά του, ξεκαθάρισε ότι η Ελλάδα δεν μπαίνει σε συζητήσεις με γκρίζες ζώνες ούτε σε υποχωρήσεις: το πλαίσιο είναι το Δίκαιο της Θάλασσας, και η ακυρότητα του τουρκολιβυκού μνημονίου αποτελεί δεδομένο.
Η εικόνα της πρώτης συνάντησης είχε όλα τα χαρακτηριστικά ενός οργανωμένου, μεθοδικού βήματος. Από τη σύνθεση της ελληνικής αντιπροσωπείας έως τον καθαρά διερευνητικό χαρακτήρα της τεχνικής συζήτησης, το μήνυμα ήταν σαφές: η Ελλάδα γνωρίζει που πατά, έχει καταγεγραμμένες θέσεις και δεν αφήνει κανένα περιθώριο παρερμηνείας. Η Τρίπολη, αντίθετα, επιχείρησε να δείξει σπουδή και διάθεση συνεργασίας, ακριβώς επειδή αντιλαμβάνεται ότι οι ισορροπίες στην Ανατολική Μεσόγειο αλλάζουν και ότι η Αθήνα είναι παράγοντας σταθερότητας, με λόγο στην Ε.Ε. και στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ.
Μεταναστευτικό και διπλωματικά ανταλλάγματα
Ενδιαφέρον έχει ότι, πέραν της συζήτησης για την ΑΟΖ, τέθηκε και ένα πακέτο συνεργασίας που καλύπτει κρίσιμα πεδία: από την εκπαίδευση της λιβυκής ακτοφυλακής στο μεταναστευτικό έως την ενίσχυση της οικονομικής και ενεργειακής συνεργασίας, ακόμα και την απευθείας αεροπορική σύνδεση Αθήνας–Τρίπολης. Είναι σαφές ότι η κυβέρνηση αξιοποιεί τη συγκυρία για να μετατρέψει μια δύσκολη συζήτηση σε ευκαιρία πολυεπίπεδης στρατηγικής σχέσης.
Αξίζει να σημειωθεί πως η πίεση της Ελλάδας με την αδειοδότηση των θαλάσσιων οικοπέδων νοτίως της Κρήτης ήταν καταλυτική. Η κίνηση αυτή έδειξε ότι η Αθήνα δεν περιμένει παθητικά, αλλά δημιουργεί τετελεσμένα στο πλαίσιο του Διεθνούς Δικαίου, στέλνοντας μήνυμα σε όλες τις κατευθύνσεις: οι θαλάσσιες ζώνες δεν είναι διαπραγματευόμενο χαρτί, αλλά κυριαρχικό δικαίωμα.
Στο παρασκήνιο, η Βεγγάζη παρακολουθεί με καχυποψία, υπό την επιρροή του στρατηγού Χάφταρ και των τουρκικών πιέσεων. Όμως η ελληνική διπλωματία δεν αγνοεί τις εσωτερικές ισορροπίες στη Λιβύη. Αντιθέτως, η Αθήνα έχει κάθε λόγο να επιδιώξει ένα ολοκληρωμένο πλαίσιο, το οποίο είτε θα οδηγήσει σε συμφωνία είτε, εφόσον χρειαστεί, θα παραπεμφθεί στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης.
Το μήνυμα είναι σαφές: η κυβέρνηση δεν αφήνει περιθώρια αμφισβήτησης. Η Ελλάδα εμφανίζεται με αυτοπεποίθηση, με σταθερές θέσεις και με προθυμία για διάλογο, αλλά χωρίς να αποδέχεται τετελεσμένα. Και αυτό, πολιτικά, είναι ίσως το σημαντικότερο κέρδος της πρώτης αυτής συνάντησης: η εικόνα μιας χώρας που δεν σύρεται στις εξελίξεις, αλλά τις καθοδηγεί.