Ο Τσίπρας και η κοντή του μνήμη
Η πρόσφατη ομιλία του Αλέξη Τσίπρα για το κράτος δικαίου, τη δικαιοσύνη και τη δημοκρατία είχε ως κύριο άξονα την κριτική προς την τωρινή κυβέρνηση για ζητήματα που αφορούν τη θεσμική υποχώρηση, τις υποκλοπές, τις τραγωδίες όπως αυτή των Τεμπών, και γενικά την υποβάθμιση των θεσμών. Ωστόσο, η τοποθέτησή του μοιάζει περισσότερο με μια επιλεκτική ανάγνωση της πραγματικότητας, όπου ο ίδιος ξεχνά εντελώς τα όσα έπραξε κατά τη διάρκεια της δικής του διακυβέρνησης (2015-2019), τα οποία αντιφάσκουν με τη σημερινή του ρητορική.
Κράτος Δικαίου: Όταν ο ΣΥΡΙΖΑ κυβερνούσε
Ο κ. Τσίπρας μίλησε για την «υποχώρηση του κράτους δικαίου» και την κρίση εμπιστοσύνης στους θεσμούς. Ωστόσο, αν υπάρχει μια περίοδος που οι θεσμοί υπονομεύθηκαν ανοιχτά, αυτή είναι η περίοδος διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ.
Ας θυμηθούμε τις παρεμβάσεις στη Δικαιοσύνη, όπως η υπόθεση της εισαγγελέως Διαφθοράς Ελένης Τουλουπάκη, η οποία χειριζόταν την υπόθεση Novartis και κατηγορήθηκε για επιλεκτική δίωξη πολιτικών αντιπάλων του ΣΥΡΙΖΑ. Το ίδιο συνέβη και με τον τότε υπουργό Δικαιοσύνης, Δημήτρη Παπαγγελόπουλο, που φέρεται να άσκησε πιέσεις σε δικαστικούς λειτουργούς για να χειραγωγηθούν υποθέσεις. Τελικά, το αφήγημα περί «μεγάλου σκανδάλου» Novartis κατέρρευσε, με τους περισσότερους κατηγορούμενους πολιτικούς να απαλλάσσονται, και το σκάνδαλο να μετατρέπεται σε σκάνδαλο σκευωρίας με στόχο την εξόντωση πολιτικών αντιπάλων.
Η ίδια η σχέση του ΣΥΡΙΖΑ με τα μέσα ενημέρωσης κατά τη διακυβέρνησή του αποτελεί μνημείο αντιθεσμικής συμπεριφοράς. Ο διαγωνισμός-φιάσκο για τις τηλεοπτικές άδειες, που προσπαθούσε να ελέγξει το τηλεοπτικό τοπίο με τον Νίκο Παππά, τελικά κατέπεσε στο Συμβούλιο της Επικρατείας ως αντισυνταγματικός. Παράλληλα, η ΕΡΤ της περιόδου 2015-2019, λειτούργησε ως κυβερνητικό φερέφωνο, με την αντικειμενικότητα να αποτελεί άγνωστη έννοια.
Ακροδεξιά και Δημοκρατία: Η συμμαχία με τους ΑΝΕΛ
Ο κ. Τσίπρας μίλησε για την άνοδο της ακροδεξιάς και την υποχώρηση των δημοκρατικών αξιών. Ωστόσο, ξεχνά ότι κυβέρνησε με ένα εθνικολαϊκιστικό κόμμα, τους ΑΝΕΛ, του Πάνου Καμμένου, ο οποίος δεν δίσταζε να χρησιμοποιεί εθνικιστική ρητορική, να επιτίθεται σε θεσμούς και να προωθεί θεωρίες συνωμοσίας.
Η συμμαχία ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, που κράτησε για τέσσερα χρόνια, είχε ως αποτέλεσμα την απόλυτη απαξίωση του πολιτικού διαλόγου, με ακραίες δηλώσεις, επιθέσεις σε δημοσιογράφους και αντιδημοκρατικές πρακτικές που ο ίδιος ο Τσίπρας σήμερα καταδικάζει.
Τα Τέμπη, η Πύλος και οι υποκλοπές: Επιλεκτική ευαισθησία
Ο πρώην πρωθυπουργός αναφέρθηκε στις τραγωδίες των Τεμπών και της Πύλου, κατηγορώντας την κυβέρνηση για συγκάλυψη και αδράνεια. Όμως, ο ίδιος ξεχνά την τραγωδία στο Μάτι το 2018, όπου 103 άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους, και την αποκάλυψη ότι κυβερνητικά στελέχη προσπαθούσαν να συγκαλύψουν τις ευθύνες, ακόμη και να χειραγωγήσουν τις έρευνες.
Επίσης, μίλησε για τις υποκλοπές, κατηγορώντας τη ΝΔ για παρακολουθήσεις πολιτικών και δημοσιογράφων. Ωστόσο, και η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ είχε εμπλακεί σε παρόμοιες υποθέσεις. Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση του πρώην υπουργού Άμυνας Πάνου Καμμένου, που φέρεται να παρακολουθούσε συνομιλίες δημοσιογράφων και δικαστικών λειτουργών.
Αποκατάσταση των Θεσμών ή μια ακόμη απόπειρα του rebranding;
Ο Αλέξης Τσίπρας, αφού οδήγησε τον ΣΥΡΙΖΑ στη μεγαλύτερη εκλογική ήττα του, επιχειρεί πλέον να εμφανιστεί ως υπερασπιστής της δημοκρατίας και των θεσμών. Ωστόσο, η ίδια η διακυβέρνησή του ήταν γεμάτη από παραδείγματα που αναιρούν τα λεγόμενά του.
Η παρέμβασή του δεν φαίνεται να έχει στόχο την πραγματική αποκατάσταση της εμπιστοσύνης στους θεσμούς, αλλά περισσότερο να ξαναχτίσει το δικό του πολιτικό αφήγημα. Οι Έλληνες πολίτες, όμως, θυμούνται. Θυμούνται τη διακυβέρνηση των capital controls, τις κλειστές τράπεζες, τις επιθέσεις στους θεσμούς και τη βαθιά θεσμική κρίση που η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ προκάλεσε.
Στην πολιτική, όπως και στη ζωή, η αξιοπιστία κρίνεται από τη συνέπεια μεταξύ λόγων και πράξεων. Και όταν κάποιος προσπαθεί να παρουσιαστεί ως υπερασπιστής των δημοκρατικών αξιών, καλό είναι να θυμάται πρώτα τη δική του πολιτική κληρονομιά. Οι Έλληνες πολίτες δεν έχουν κοντή μνήμη. Και αυτό αποδείχθηκε στις τελευταίες εκλογές.