Νέα ενεργειακή γέφυρα Ελλάδας–Ιταλίας: Στρατηγικό κεφάλαιο για την οικονομία και την αγορά ενέργειας

ΕΛΛΑΔΑ ΙΤΑΛΙΑ

Παρά τις επιφυλάξεις της Arera, η Αθήνα προχωρά με σχέδιο και αποφασιστικότητα σε ένα έργο που μπορεί να αλλάξει τον ενεργειακό χάρτη της Νότιας Ευρώπης

Η ανακοίνωση της ιταλικής ρυθμιστικής αρχής Arera για την ανάγκη αναθεώρησης του χρονοδιαγράμματος της νέας ηλεκτρικής διασύνδεσης Ελλάδας–Ιταλίας προκάλεσε, εύλογα, συζητήσεις στην ενεργειακή αγορά. Ωστόσο, η ελληνική κυβέρνηση, σε συνεργασία με τον ΑΔΜΗΕ, παραμένει σταθερή στην πεποίθηση ότι το έργο αυτό δεν είναι απλώς μια επένδυση υποδομής, αλλά ένα στρατηγικό κεφάλαιο που θα αποδώσει πολλαπλάσια οφέλη στο μέλλον.

Η νέα υποθαλάσσια γραμμή ισχύος 1.000 MW και μήκους 300 χλμ. θα ενισχύσει την ενεργειακή ασφάλεια, θα αυξήσει τη διασυνδεσιμότητα με τις αγορές της Ευρώπης και θα δώσει ώθηση στην αξιοποίηση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, οι οποίες ήδη αποτελούν κεντρικό άξονα της εθνικής στρατηγικής.

Η κυβέρνηση γνωρίζει πως τα μεγάλα έργα απαιτούν μακροπρόθεσμο σχεδιασμό και αποφασιστικότητα, ειδικά σε μια περίοδο που η ενεργειακή μετάβαση είναι ταυτόχρονα πρόκληση και ευκαιρία. Η θέση της Αθήνας είναι ξεκάθαρη: η Νότια Ευρώπη χρειάζεται ισχυρές ενεργειακές “γέφυρες” για να αξιοποιήσει πλήρως τις δυνατότητές της.

Μακροπρόθεσμα Οφέλη που Υπερβαίνουν τις Προκλήσεις

Παρότι η Arera εκφράζει επιφυλάξεις για το χρονοδιάγραμμα και την απόδοση της επένδυσης έως το 2040, η ελληνική πλευρά βλέπει την εικόνα στη συνολική της διάσταση. Το κόστος, το οποίο υπολογίζεται μεταξύ 1,25 και 1,9 δισ. ευρώ, δεν είναι δαπάνη χωρίς επιστροφή. Είναι επένδυση που θα αποδώσει σε ενεργειακή ασφάλεια, ανταγωνιστικότητα της οικονομίας και σταθερότητα στις τιμές ρεύματος για νοικοκυριά και επιχειρήσεις.

Επιπλέον, η διασύνδεση θα λειτουργήσει συμπληρωματικά με την ήδη υπάρχουσα γραμμή των 500 MW, ενισχύοντας την ευελιξία στις ροές ηλεκτρικής ενέργειας και επιτρέποντας την καλύτερη εκμετάλλευση των ΑΠΕ, ιδιαίτερα σε περιόδους υψηλής παραγωγής. Αυτή η δυνατότητα θα μειώσει την ανάγκη για ακριβές εισαγωγές καυσίμων και θα στηρίξει την ελληνική οικονομία στην πορεία της προς την πράσινη ανάπτυξη.

Η πολιτική διάσταση του έργου είναι επίσης κρίσιμη. Η υπογραφή του Μνημονίου Συνεργασίας μεταξύ ΑΔΜΗΕ και Terna, παρουσία των δύο πρωθυπουργών, δείχνει ότι η διασύνδεση αποτελεί κοινό όραμα σε ανώτατο πολιτικό επίπεδο. Η κυβέρνηση αξιοποιεί κάθε διπλωματικό και τεχνοκρατικό μέσο για να διασφαλίσει ότι το έργο θα προχωρήσει απρόσκοπτα, στέλνοντας μήνυμα σταθερότητας προς επενδυτές και εταίρους.

Η ενεργειακή ασφάλεια δεν είναι μια πολυτέλεια για το μέλλον· είναι προϋπόθεση για ανάπτυξη σήμερα. Με το νέο ηλεκτρικό “διάδρομο” προς την Ιταλία, η Ελλάδα ενισχύει τη θέση της ως αξιόπιστος ενεργειακός κόμβος της Μεσογείου, συμβάλλοντας παράλληλα στη διαφοροποίηση πηγών και οδεύσεων στην Ευρώπη. Παρά τις όποιες επιφυλάξεις, η στρατηγική αξία του έργου υπερβαίνει κατά πολύ τις βραχυπρόθεσμες αμφιβολίες. Η κυβέρνηση το γνωρίζει και γι’ αυτό επενδύει πολιτικό και οικονομικό κεφάλαιο για την ολοκλήρωσή του.

 

ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΣΗ