Το Μαξίμου κήρυξε (ξανά) πόλεμο στη γραφειοκρατία με 12 παρεμβάσεις – Σημάδια μεταρρυθμιστικής συνέπειας από την κυβέρνηση Μητσοτάκη
Στον γνώριμο ρυθμό των θεσμικών παρεμβάσεων κινήθηκε η πρόσφατη συνεδρίαση του Κυβερνητικού Συμβουλίου Οικονομικής Πολιτικής στο Μέγαρο Μαξίμου, με τον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη να βάζει στο τραπέζι το διαχρονικό… «ελληνικό τέρας»: τη γραφειοκρατία. Δεν είναι η πρώτη φορά που η κυβέρνηση αντιμετωπίζει το φαινόμενο, όμως αυτή τη φορά, όπως όλα δείχνουν, η προσέγγιση έχει σαφές χρονοδιάγραμμα, μετρήσιμους στόχους και κυρίως πολιτική βούληση.
«Η μείωση της γραφειοκρατίας είναι υπόθεση καθημερινή», τόνισε ο κ. Μητσοτάκης, δίνοντας τον τόνο σε μια συνεδρίαση όπου δεν κυριάρχησαν γενικόλογες διαπιστώσεις, αλλά συγκεκριμένες παρεμβάσεις. Το γεγονός ότι εγκρίθηκαν 12 άμεσες πρωτοβουλίες προς υλοποίηση, δείχνει πως η κυβέρνηση –παρά τη θερινή ραστώνη– κρατά ανοιχτό το μέτωπο των μεταρρυθμίσεων και επιχειρεί να ξεμπλοκάρει διαδικασίες που για δεκαετίες ταλαιπωρούν πολίτες και επιχειρήσεις.
Η μείωση της γραφειοκρατίας: Προτεραιότητα και εργαλείο ανάπτυξης
Ο πρωθυπουργός δεν δίστασε να θέσει τις παρεμβάσεις στο πλαίσιο μιας ευρύτερης αναπτυξιακής στρατηγικής. Όπως επεσήμανε, η απλούστευση των διαδικασιών συνδέεται άρρηκτα με τη βελτίωση του επιχειρηματικού περιβάλλοντος, κάτι που έχει ήδη αναγνωριστεί από διεθνείς αξιολογητές, όπως ο Economist. Πρόκειται για μια νίκη ουσίας για την ελληνική οικονομία, αλλά και μια έμμεση επιβεβαίωση της μεταρρυθμιστικής συνέπειας της κυβέρνησης Μητσοτάκη, που από το 2019 είχε θέσει εξαρχής την ψηφιοποίηση και την αποκομματικοποίηση του κράτους ως κεντρικούς άξονες της πολιτικής της.
Ο υπουργός Ανάπτυξης Τάκης Θεοδωρικάκος παρουσίασε τον «οδικό χάρτη» των παρεμβάσεων, με έμφαση στην απλούστευση των αδειοδοτήσεων και τη διευκόλυνση της επιχειρηματικότητας. Δεν πρόκειται για μια τεχνική ή «γραφειοκρατική» μεταρρύθμιση – όπως εύκολα θα μπορούσε να χαρακτηριστεί –, αλλά για μια παρέμβαση που αφορά άμεσα την καθημερινότητα των πολιτών και το μέλλον της ελληνικής οικονομίας.
Φυσικά, δεν λείπουν τα ερωτήματα. Θα αντέξει το πολιτικό σύστημα τον πειρασμό της επαναφοράς παλαιών πρακτικών; Θα υποχωρήσουν τα μικρά «φέουδα» των υπουργείων για το κοινό καλό, όπως ζήτησε ο πρωθυπουργός; Κι ακόμα, πόσο έτοιμο είναι το κράτος να αποδεχτεί την ιδέα πως κάποιες αρμοδιότητες μπορούν – ή και πρέπει – να μοιράζονται ή να μεταφέρονται;
Οι απαντήσεις μένει να δοθούν στην πράξη. Το σίγουρο όμως είναι πως στο Μέγαρο Μαξίμου δεν κρύβουν την πρόθεσή τους: λιγότερα χαρτιά, περισσότερη ουσία – και κυρίως, κράτος στην υπηρεσία του πολίτη και όχι το αντίστροφο. Αν αυτός ο στόχος επιτευχθεί, θα είναι μια πραγματική μεταρρύθμιση, που ίσως δεν κάνει πρωτοσέλιδα, αλλά θα φανεί στην πράξη. Στο τέλος, άλλωστε, εκεί κρίνονται όλα.