Η υπουργός Εργασίας, Νίκη Κεραμέως, με τη χθεσινή της παρέμβαση, δεν έκανε απλώς μια ακόμη θεσμική τοποθέτηση· έδωσε το στίγμα μιας κυβέρνησης που, κόντρα στην εύκολη πόλωση, επιλέγει τη μέθοδο που αποδίδει: διάλογος, συνεννόηση, αποτέλεσμα. Σε μια συγκυρία όπου η αντιπολίτευση αναζητά αφορμές για μικροκομματικά πυροτεχνήματα, η Κεραμέως παρουσίασε μια συμφωνία που όχι μόνο επαναφέρει τις Συλλογικές Συμβάσεις Εργασίας, αλλά αποκαθιστά μια ολόκληρη κουλτούρα κοινωνικής εμπιστοσύνης. Και αυτό δεν είναι απλώς μια «μεταρρύθμιση», αλλά μια σπάνια επιτυχία που έχει την υπογραφή όλων των κοινωνικών εταίρων.
Η αντιπολίτευση βλέπει «σκιές» η πραγματικότητα δείχνει δουλειά
Η κριτική των τελευταίων ημερών, από ΠΑΣΟΚ μέχρι ΣΥΡΙΖΑ και ΚΚΕ, κινείται στο γνωστό μοτίβο: ψάχνει σκοτάδια εκεί που υπάρχει διαδικασία, κατηγορεί για «εξπρές» ό,τι συζητείται επί επτά μήνες και φωνάζει για αδιαφάνεια σε μια συμφωνία που πέτυχε ακριβώς επειδή δεν έγινε δημόσιο θέαμα. Η υπουργός όμως το ξεκαθαρίζει: τεχνικά κλιμάκια, συνεχείς συνεδριάσεις, επεξεργασίες, συμμετοχή όλων. Στο τέλος, η εικόνα κράτους–εργοδοτών–εργαζομένων στο ίδιο τραπέζι δεν είναι «σύμπτωμα», αλλά επίτευγμα.
Απέναντι σε αυτή τη δυναμική, οι αντιπολιτευτικές κορώνες μοιάζουν να έρχονται από άλλη εποχή. Το ΠΑΣΟΚ επιμένει πως «η κυβέρνηση άργησε», προσπαθώντας μάλλον να εξηγήσει τη δική του πολιτική ακινησία. Ο ΣΥΡΙΖΑ βλέπει «ιστορικό ψέμα», αρνούμενος να αναγνωρίσει ότι για πρώτη φορά μετά από δεκαετίες, όλοι οι κοινωνικοί εταίροι συνυπογράφουν. Το ΚΚΕ, πιστό στην καχυποψία, μιλά για «σκοτεινές διαδικασίες», λες και η διαπραγμάτευση μεταξύ συνδικάτων και εργοδοτικών οργανώσεων πρέπει να μεταδίδεται live.
Την ίδια στιγμή, η ουσία είναι ακριβώς αυτή που περιγράφει η Κεραμέως: η επέκταση των συλλογικών συμβάσεων απλουστεύεται, το 50% γίνεται 40%, ανοίγει δεύτερος διάδρομος επέκτασης όταν υπάρχει συμφωνία ΓΣΕΕ–εργοδοτών, η μετενέργεια γίνεται πλήρης και οι όροι εργασίας προστατεύονται μέχρι την επόμενη συμφωνία. Για πρώτη φορά, δεν μιλάμε για μια νομοθέτηση «από τα πάνω», αλλά για ένα πλαίσιο που φτιάχτηκε συλλογικά, με συνείδηση της ανταγωνιστικότητας, της παραγωγικότητας και της ανάγκης να γυρίσει μεγαλύτερο μερίδιο ανάπτυξης στους εργαζόμενους.
Και εκεί βρίσκεται η πολιτική ουσία: σε μια εποχή που η ακρίβεια πιέζει και η συζήτηση για μισθούς ανεβαίνει, η κυβέρνηση επιλέγει να ενισχύσει το μόνο εργαλείο που πραγματικά παράγει αυξήσεις – τις συλλογικές συμβάσεις. Με τον κατώτατο μισθό να οδεύει στα 950 ευρώ στο τέλος της τετραετίας και με ήδη υψηλότερες αμοιβές σε τουρισμό, τράπεζες, μέταλλο και υπηρεσίες, το νέο πλαίσιο λειτουργεί πολλαπλασιαστικά.
Η Κεραμέως, μεθοδική και ήρεμη, δείχνει πως η εργασιακή μεταρρύθμιση δεν χρειάζεται συνθήματα. Χρειάζεται σοβαρότητα, διάλογο και αποφασιστικότητα. Και αυτό, είτε το παραδέχονται οι αντίπαλοι είτε όχι, είναι που δίνει πολιτικό βάρος σε μια συμφωνία που δεν είναι απλώς διορθωτική — είναι στρατηγική για την επόμενη ημέρα της ελληνικής εργασίας.





