Η κυβέρνηση, με αιχμή του δόρατος την υπουργό Εργασίας Νίκη Κεραμέως, κάνει αυτό που για χρόνια θεωρούνταν αδιανόητο: βάζει τέλος στη μνημονιακή απορρύθμιση της αγοράς εργασίας και δημιουργεί έναν νέο σταθερό κανόνα παιχνιδιού για εργαζόμενους και εργοδότες. Αυτή είναι η είδηση πίσω από τη χθεσινή συμφωνία με τους Κοινωνικούς Εταίρους – μια συμφωνία που, αν είχε παρουσιαστεί προ δεκαετίας, θα ακουγόταν σχεδόν… επαναστατική. Δεκαπέντε κλαδικές συμβάσεις, από το Μέταλλο και τη χημική βιομηχανία έως τις ασφαλιστικές εταιρίες και τους ιατρικούς επισκέπτες, περιμένουν πλέον στην ουρά να κηρυχθούν καθολικές. Και για πρώτη φορά υπάρχουν οι προϋποθέσεις να γίνει.
Κεντρικός στόχος: η πραγματική αύξηση της κάλυψης των εργαζομένων από συλλογικές συμβάσεις, από το ισχνό 30% στο ευρωπαϊκό 80%. Δεν πρόκειται για ευχολόγιο – αλλά για δρομολογημένο σχέδιο βάσει της ευρωπαϊκής οδηγίας 2022/2041 για τους επαρκείς κατώτατους μισθούς. Με άλλα λόγια, η Ελλάδα αφήνει πίσω την εποχή της ασυδοσίας και περνά σε μια οργανωμένη αγορά εργασίας που θυμίζει Ευρώπη.
Η μείωση του απαιτούμενου ποσοστού κάλυψης για την επέκταση μιας συλλογικής σύμβασης από το 50%+1 στο 40% δεν είναι μια τεχνική λεπτομέρεια. Είναι το τέλος του φαινομένου όπου εργοδότες εγκατέλειπαν οργανώσεις μόνο και μόνο για να αποφύγουν αυξήσεις, διαλύοντας στην πράξη την έννοια της συλλογικής εκπροσώπησης. Τώρα, αν οι Εθνικοί Κοινωνικοί Εταίροι συνυπογράφουν μια σύμβαση, το ποσοστό δεν εξετάζεται καν. Η ΓΣΕΕ αποκτά ενισχυμένο ρόλο – και, ναι, «θα τρέχει και δεν θα φτάνει» όπως λένε χαριτολογώντας στελέχη του υπουργείου – γιατί πλέον μπορεί να συνυπογράφει κλαδικές συμβάσεις για να διευκολύνει την επέκταση τους.
Από τα μνημονιακά δεσμά στη σταθερότητα: γιατί η αγορά εργασίας αλλάζει σελίδα
Εξίσου κομβική είναι η επαναφορά της πλήρους μετενέργειας: οι όροι μιας συλλογικής σύμβασης δεν λήγουν μετά από τρεις μήνες, όπως επιβλήθηκε το 2012, αλλά συνεχίζονται επ’ αόριστον έως ότου υπάρξει νέα σύμβαση. Αυτό σημαίνει σταθερότητα, προστασία, προβλεψιμότητα – και τέλος στον φαύλο κύκλο της ανασφάλειας για εκατοντάδες χιλιάδες μισθωτούς. Πλέον δεν θα χάνονται επιδόματα γάμου, διευκολύνσεις ωραρίων, άδειες, μητρότητα. Ό,τι ισχύει, θα εξακολουθεί να ισχύει μέχρι να συμφωνηθεί κάτι νέο. Αυτό ονομάζεται κανονικότητα.
Παράλληλα, μειώνεται η γραφειοκρατία στα μητρώα (ΓΕΜΗΣΟΕ και ΓΕΜΗΟΕ), με τις οργανώσεις να μην κινδυνεύουν πλέον με υπέρμετρες κυρώσεις για τυπικές εκκρεμότητες. Η κατάργηση του δεύτερου βαθμού διαιτησίας του ΟΜΕΔ επιταχύνει τη διαδικασία επίλυσης διαφορών, βάζοντας τέλος στο χρονοβόρο πινγκ-πονγκ που συχνά ταλαιπωρούσε εργαζόμενους και επιχειρήσεις.
Αυτές οι παρεμβάσεις δεν είναι μόνο φιλεργατικές – είναι φιλοαναπτυξιακές. Μια αγορά με κανόνες, με διαφάνεια, με ασφάλεια και χωρίς παράθυρα καταστρατήγησης δημιουργεί συνθήκες υγιούς ανταγωνισμού. Όπως σωστά επεσήμανε και ο πρόεδρος του ΣΕΒ, κοινωνικός διάλογος χωρίς παραγωγικότητα δεν έχει νόημα. Όμως παραγωγικότητα χωρίς κανόνες είναι απλώς μια νέα μορφή χάους.
Και δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι όλα αυτά εντάσσονται στο μεγάλο κυβερνητικό στόχο: μέσος μισθός 1.500 ευρώ το 2027. Για πρώτη φορά, ο στόχος αυτός αποκτά θεσμικό και όχι μόνο πολιτικό υπόβαθρο.
Η συμφωνία Κεραμέως με όλους τους κοινωνικούς εταίρους – από τη ΓΣΕΕ και τον ΣΕΒ, μέχρι ΓΣΕΒΕΕ, ΕΣΕΕ, ΣΕΤΕ και ΣΒΕ – αποτελεί μια σπάνια στιγμή ευρείας συναίνεσης. Μια στιγμή όπου η αγορά εργασίας, αντί να βουλιάζει σε συνδικαλιστικούς αστερισμούς και μικροκομματικές εντάσεις, επιλέγει την ωριμότητα.
Και αυτή η επιλογή δεν είναι απλώς τεχνική. Είναι βαθιά πολιτική. Η Ελλάδα, επιτέλους, πατάει στο ευρωπαϊκό έδαφος – και αφήνει πίσω της τα φαντάσματα του παρελθόντος.





