Η μέρα που το πλεονέκτημα της Αριστεράς έγινε ανήθικο

Η μέρα που το πλεονέκτημα της Αριστεράς έγινε ανήθικο

Σαν σήμερα, στις 5 Ιουλίου 2015, οι Έλληνες πολίτες κλήθηκαν να απαντήσουν «ΝΑΙ» ή «ΟΧΙ» στο σχέδιο συμφωνίας που είχε προταθεί στις 25 Ιουνίου, από τους θεσμούς στην Ελλάδα. Πρόκειται για το περίφημο δημοψήφισμα. Υπέρ του «ΟΧΙ» τάχθηκαν ΣΥΡΙΖΑ, ΑΝΕΛ και Χρυσή Αυγή, ενώ υπέρ του «ΝΑΙ» τάχθηκαν ΝΔ, ΠΑΣΟΚ και ΠΟΤΑΜΙ. Το ΚΚΕ είχε πιο επιθετική προσέγγιση λέγοντας «ΟΧΙ» στην πρόταση των δανειστών «ΟΧΙ» στην πρόταση της κυβέρνησης και παράλληλη έξοδο της Ελλάδας από την Ευρωπαϊκή Ένωση.

Τελικά (στα χαρτιά) επικράτησε το «ΟΧΙ» με 61,31% και τα γεγονότα που ακολούθησαν είναι λίγο-πολύ γνωστά: Ο Τσίπρας έκανε την περίφημη «κωλοτούμπα» και υπέγραψε ένα 3ο μνημόνιο, με το λαό να ξεσηκώνεται και πολλά στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ να αποχωρούν από το κόμμα. Κατόπιν τούτου, στις 20 Αυγούστου 2015 ο Αλέξης Τσίπρας υπέβαλε την παραίτησή του στον ΠτΔ και σχηματίστηκε υπηρεσιακή κυβέρνηση υπό την Βασιλική Θάνου.

Έκτοτε, ο ΣΥΡΙΖΑ δεν συνήλθε ποτέ από τις παλινωδίες του 2015. Έχασε στελέχη, έχασε ποσοστά και κυρίως έχασε το λεγόμενο «ηθικό πλεονέκτημα της Αριστεράς» και έψαχνε, εναγωνίως, να βρει μια σανίδα σωτηρίας. Ο λαϊκισμός, η τοξικότητα και η δολοφονία χαρακτήρων έμοιαζαν μια ασφαλής επικοινωνιακή επιλογή, δεδομένου ότι οι Έλληνες βρίσκονταν σε δεινή οικονομική θέση και ήταν αγανακτισμένοι από το παλιό πολιτικό σύστημα.

Μέχρι το 2019 η κατάσταση στη χώρα είχε εξομαλυνθεί, ο ΣΥΡΙΖΑ εφάρμοσε τη δανειακή συμφωνία και η χώρα ετοιμαζόταν -παρά τις πληγές της- να γυρίσει σελίδα. Ο ΣΥΡΙΖΑ είχε λειτουργήσει ως μία βαλβίδα κοινωνικής αποσυμπίεσης και οι πολίτες ήταν πλέον έτοιμοι να επιστρέψουν στην κανονικότητα. Έτσι, η ΝΔ υπό την ηγεσία του Κυριάκου Μητσοτάκη κέρδισε τις Εθνικές Εκλογές, τις Ευρωεκλογές και τις Αυτοδιοικητικές Εκλογές και η χώρα άλλαξε σελίδα.

Η κάλπη του ’19 φανέρωσε ότι οι πολίτες δεν συγχωρέσαν ποτέ την προχειρότητα με την οποία διαχειρίστηκε ο Αλέξης Τσίπρας τις τύχες τους και ταυτόχρονα αποδοκίμασαν την τοξικότητα με την οποία η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ είχε μπολιάσει το δημόσιο διάλογο.

Τα χρόνια που πέρασαν μέχρι να φτάσουμε στο 2023 ο ΣΥΡΙΖΑ φαίνεται να μην έμαθε από τα λάθη του -αντιθέτως υποτροπίασε, μπροστά στη θέα των συνεχώς μειούμενων ποσοστών του στις δημοσκοπήσεις και βυθίστηκε έτι περαιτέρω στον ωκεανό του λαϊκισμού, των ψευδών ειδήσεων και των «λεφτόδεντρων». Την ίδια στιγμή ουδέν στέλεχος της Κουμουνδούρου φαινόταν να μπορεί να πάρει το σκήπτρο από τα χέρια του Αλέξη Τσίπρα και αυτό έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην εκλογική συντριβή του ΣΥΡΙΖΑ στις εκλογές του 2023.

Η Ελλάδα, με πρωθυπουργό τον Κυριάκο Μητσοτάκη όχι απλά άλλαξε σελίδα την τετραετία που πέρασε, αλλά μπήκε σε ένα ολοκαίνουριο κεφάλαιο. Η οικονομία ισορρόπησε, η φήμη της χώρας στο εξωτερικό αποκαταστάθηκε, το κράτος πέρασε στην ψηφιακή εποχή, τα σύνορα θωρακίστηκαν και η εθνική άμυνα ισχυροποιήθηκε.

Δυστυχώς, για τον ΣΥΡΙΖΑ όμως, η ηγεσία της Κουμουνδούρου δεν μπόρεσε να συμβαδίσει με τις εξελίξεις, με αποτέλεσμα να περιοριστεί σε ένα δεκάρικο πολιτικό λόγο, ο οποίος αρμόζει περισσότερο σε ένα μονοψήφιο κόμμα, παρά σε ένα κόμμα εξουσίας. Μέσα σε όλα αυτά, το ΠΑΣΟΚ είχε καταφέρει να ανασυνταχθεί, να ξαναμπεί στο παιχνίδι και να επαναπατρίσει τους ψηφοφόρους του που είχαν βρει απάγκιο στην Αριστερά ή στους αναποφάσιστους.

Σήμερα, ο ΣΥΡΙΖΑ, μετά και την (καθυστερημένη) παραίτηση του Αλέξη Τσίπρα από την ηγεσία του κόμματος ετοιμάζεται για εκλογή νέου προέδρου τον Σεπτέμβριο και Συνέδριο τον Νοέμβριο. Δεδομένου ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης έχει την πολιτική νομιμοποίηση και το σχέδιο για να κυβερνήσει για τουλάχιστον ακόμα μία τετραετία, η χώρα έχει ανάγκη από μια ποιοτική, παραγωγική και δυναμική αντιπολίτευση, γιατί έτσι θα πάμε ακόμα πιο μπροστά.

Ο ΣΥΡΙΖΑ τις επόμενες εβδομάδες θα πρέπει να αναμετρηθεί με τους δαίμονές του και να αποφασίσει αν θα μετατραπεί σε ένα σύγχρονο, ευρωπαϊκό, κεντροαριστερό κόμμα ή θα περιοριστεί στο ρόλο ενός μονοψήφιου κόμματος διαμαρτυρίας που σιγά-σιγά θα το ξεβράσει η θάλασσα της Ιστορίας.

ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΣΗ