Στις Βρυξέλλες δύσκολα δίνονται «δώρα». Οι λέξεις ζυγίζονται, οι διατυπώσεις είναι πάντα προσεκτικές και οι αξιολογήσεις συνοδεύονται σχεδόν πάντα από μια ψυχρή τεχνοκρατική γλώσσα που λέει πολλά, χωρίς να λέει ποτέ κάτι παραπάνω απ’ όσο πρέπει. Γι’ αυτό, όταν η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αποφασίζει να χαρακτηρίσει ένα εθνικό σχέδιο προϋπολογισμού ως «συμμορφούμενο», και μάλιστα χωρίς αστερίσκους που τραυματίζουν την εικόνα, το μήνυμα είναι σαφές: η Ελλάδα έχει κερδίσει αξιοπιστία.
Το «πράσινο φως» για το Σχέδιο Προϋπολογισμού 2026 δεν είναι απλώς μία οικονομική έγκριση. Είναι μια πολιτική επισφράγιση μιας πορείας που στοχεύει στη σταθερότητα, σε μια περίοδο όπου η Ευρώπη δείχνει συχνά ασταθής, αμήχανη απέναντι σε κρίσεις, και υπερβολικά καχύποπτη απέναντι σε χώρες του Νότου. Η Ελλάδα πλέον δεν ανήκει στο άβολο «κάδρο» των προβληματικών χωρών, αλλά στο πιο προνομιούχο – εκείνο των χωρών που αξιοποιούν με συνέπεια τις ευρωπαϊκές πολιτικές και μπορούν να διεκδικούν μεγαλύτερη ευελιξία.
Οι Βρυξέλλες «ξεκλείδωσαν» για την Αθήνα τον πολύτιμο μηχανισμό της λεγόμενης εθνικής ρήτρας διαφυγής για τις αμυντικές δαπάνες. Σε απλή γλώσσα: η Ευρώπη αναγνωρίζει ότι η Ελλάδα έχει ειδικές ανάγκες ασφάλειας και δεν θα τιμωρηθεί επειδή εξοπλίζεται. Με αυτό, η κυβέρνηση παίρνει ένα διπλό κέρδος: ικανοποιεί τις γεωπολιτικές απαιτήσεις που επιβάλλει η εποχή, αλλά ταυτόχρονα δεν χάνει τον δημοσιονομικό χώρο να στηρίξει ανάπτυξη και επενδύσεις.
Ανάπτυξη με ασπίδα ασφάλειας – Το νέο «αφήγημα» για επενδυτές και πολίτες
Το σχόλιο στις Βρυξέλλες έχει ξεκάθαρο παρασκήνιο: οικονομική πολιτική δεν υπάρχει χωρίς ασφάλεια. Και εδώ η κυβέρνηση οδηγεί την ατζέντα, όχι την ακολουθεί. Χρόνια τώρα, η Ελλάδα πρωταγωνιστεί στο ΝΑΤΟ σε ποσοστά δαπανών. Η διαφορά είναι ότι τώρα αυτό δεν αντιμετωπίζεται ως «ιδιαιτερότητα μιας χώρας σε κρίση», αλλά ως στρατηγική επιλογή μιας χώρας σταθερότητας.
Με άλλα λόγια, η οικονομία δεν είναι πια ένα ευάλωτο καράβι που ζητά κατανόηση, αλλά μια πλατφόρμα που χτίζει συστηματικά αξιοπιστία. Έτσι εξηγείται και κάτι ακόμη: η θετική στάση των αγορών απέναντι στα ελληνικά ομόλογα, που συνεχίζουν να τιμολογούν χαμηλότερο ρίσκο για την Ελλάδα σε σχέση με τα προηγούμενα χρόνια. Το κράτος δανείζεται φθηνότερα, το επιχειρείν αποκτά οξυγόνο και ο ιδιωτικός τομέας βλέπει δρόμο μπροστά του.
Παράλληλα όμως, το «πράσινο φως» της Κομισιόν έρχεται να ενισχύσει και την κοινωνική διάσταση. Ο προϋπολογισμός δεν είναι μόνο για αριθμούς. Περιλαμβάνει παρεμβάσεις στις αποδοχές των Ενόπλων Δυνάμεων και των Σωμάτων Ασφαλείας, φορολογικές αλλαγές που ευνοούν οικογένειες και νέους, και επενδυτική στρατηγική που βασίζεται όχι μόνο στο κράτος αλλά και στην έξυπνη αξιοποίηση του Ταμείου Ανάκαμψης.
Έτσι, το οικονομικό αφήγημα μετατρέπεται σε πολιτικό: η Ελλάδα δεν κερδίζει μόνο δείκτες, αλλά και χρόνο για να σχεδιάσει το μέλλον της με λιγότερους κινδύνους. Σε μια Ευρώπη γεμάτη αβεβαιότητες, η σταθερότητα δεν είναι πλέον τεχνικός όρος – είναι ανταγωνιστικό πλεονέκτημα.
Για την κυβέρνηση, η «ψήφος εμπιστοσύνης» της Κομισιόν είναι κάτι περισσότερο από επικοινωνιακό όφελος. Είναι εργαλείο διαπραγμάτευσης, πολιτικό κεφάλαιο και μήνυμα στους επενδυτές ότι η Ελλάδα δεν γυρίζει πίσω. Σε μια ήπειρο που συχνά υπόσχεται πολλά αλλά διστάζει, η Αθήνα δείχνει ότι το πιο σημαντικό νόμισμα σήμερα δεν είναι μόνο τα ευρώ. Είναι η αξιοπιστία. Και αυτό πλέον, το έχει κερδίσει.





