Το 2025 θα μείνει στην ιστορία της ελληνικής άμυνας ως χρονιά αποφάσεων που δεν αφήνουν περιθώρια αμφιβολίας: η κυβέρνηση Μητσοτάκη έδειξε έμπρακτα ότι η Ελλάδα δεν αρκείται σε μικρές κινήσεις ή αποσπασματικές ενισχύσεις, αλλά σχεδιάζει μακροπρόθεσμα και με στρατηγικό όραμα για την επόμενη δεκαετία. Με συνολικό κόστος που φτάνει τα 30 δισ. ευρώ, ο Μακροπρόθεσμος Προγραμματισμός Αμυντικών Εξοπλισμών 2025–2036 βάζει τέλος σε χρόνια αναβολών και καθυστερήσεων και θέτει τις βάσεις για ένα συνεκτικό και σύγχρονο σύστημα άμυνας.
Η κυβέρνηση κατάφερε μέσα σε λίγους μήνες να δημιουργήσει κλίμα εμπιστοσύνης στις ένοπλες δυνάμεις, αλλά και στην εγχώρια αμυντική βιομηχανία. Η προσπάθεια αυτή δεν περιορίζεται μόνο σε μεγάλα εξοπλιστικά προγράμματα, αλλά επεκτείνεται και στην ενίσχυση της εγχώριας προστιθέμενης αξίας. Ο πρωθυπουργός και ο υπουργός Εθνικής Άμυνας έχουν ξεκάθαρα δείξει ότι κάθε σύμβαση θα πρέπει να συνοδεύεται από ουσιαστική συμμετοχή ελληνικών εταιρειών, δημιουργώντας νέες θέσεις εργασίας και τεχνογνωσία, κάτι που δεν έχει ξαναγίνει σε τέτοιο επίπεδο.
Το μήνυμα της κυβέρνησης προς το εξωτερικό και, ιδιαίτερα, προς την Τουρκία είναι ξεκάθαρο: η Ελλάδα ανεβάζει το επίπεδο αποτροπής και δεν θα μείνει θεατής στις εξελίξεις της Ανατολικής Μεσογείου. Η εμβάθυνση της τριμερούς συνεργασίας με Ισραήλ και Κύπρο στον τομέα της άμυνας ενισχύει ακόμη περισσότερο τη θέση της χώρας, ενώ η συνεργασία σε κοινά εξοπλιστικά προγράμματα υψηλής τεχνολογίας στέλνει ισχυρά διπλωματικά και στρατιωτικά μηνύματα.
«Η Ελλάδα στο χάρτη των ισχυρών: Από τις φρεγάτες Belharra στους πολλαπλούς εκτοξευτές PULS»
Η απόκτηση της 4ης φρεγάτας Belharra και η ενσωμάτωση στρατηγικών πυραύλων μακράς εμβέλειας αλλάζουν εντελώς το δόγμα: η χώρα μετακινείται από μια αμυντική λογική σε ένα πιο προληπτικό και ισχυρό πλαίσιο αποτροπής. Παράλληλα, η «Ασπίδα του Αχιλλέα», το μεγαλύτερο και πιο σύνθετο πρόγραμμα αντιαεροπορικής και αντιπυραυλικής άμυνας στην ιστορία της Ελλάδας, δημιουργεί ένα πολυεπίπεδο σύστημα προστασίας που συνδυάζει αισθητήρες, αντι-drone τεχνολογία και ενιαίο σύστημα διοίκησης.
Στο έδαφος, η απόκτηση των πολλαπλών εκτοξευτών PULS και η συζήτηση για νέας γενιάς τεθωρακισμένα δίνει σαφές σήμα ότι η κυβέρνηση σκέφτεται με ορίζοντα δεκαετίας. Το Πολεμικό Ναυτικό εκσυγχρονίζεται, η Πολεμική Αεροπορία προετοιμάζεται για τα F-35, και η ελληνική αμυντική βιομηχανία μπαίνει στο προσκήνιο ως πραγματικός παίχτης, όχι απλώς ως προμηθευτής ή υποστηρικτής.
Η κυβέρνηση καταφέρνει έτσι ένα διπλό στόχο: ενισχύει τις ένοπλες δυνάμεις, αλλά ταυτόχρονα δίνει ώθηση στην εγχώρια οικονομία, στην καινοτομία και στη βιομηχανική ανάπτυξη. Ο στρατηγικός σχεδιασμός δεν είναι θεωρητικός· οι αποφάσεις παίρνονται και υλοποιούνται, και η χώρα δείχνει ότι μπορεί να συνδυάσει αποτροπή, τεχνολογία και οικονομική ωφέλεια.
Το 2026 θα είναι το έτος που θα αποδειχθεί αν η Ελλάδα μπορεί να μετατρέψει αυτές τις αποφάσεις σε μια λειτουργική μηχανή άμυνας, χωρίς να διακινδυνεύσει τη δημοσιονομική σταθερότητα. Αν η κυβέρνηση συνεχίσει με την ίδια αποφασιστικότητα, η Ελλάδα όχι μόνο θα ενισχύσει την αποτροπή της, αλλά θα αποδείξει ότι η στρατηγική της πολιτικής της είναι αποτελεσματική, μετρήσιμη και – κυρίως – προσαρμοσμένη στη νέα πραγματικότητα της Ανατολικής Μεσογείου.
Η χρονιά που πέρασε έθεσε τα θεμέλια, και η συνέχεια θα δείξει ποιοι έχουν το θάρρος και την ικανότητα να μετατρέψουν τις στρατηγικές αποφάσεις σε χειροπιαστά αποτελέσματα για την ασφάλεια και την ισχύ της Ελλάδας.





