ΓΕΡΑΠΕΤΡΙΤΗΣ - ΦΙΝΤΑΝ

Ελληνοτουρκικά: Η Άγκυρα ανεβάζει τόνους – η Αθήνα κρατά ψυχραιμία και γραμμή εθνικής αυτοπεποίθησης

Σε μια περίοδο κατά την οποία η κυβέρνηση επενδύει στη σταθερότητα και στη διεθνή αξιοπιστία της χώρας, η μεθοδική όξυνση της τουρκικής ρητορικής επαναφέρει στο προσκήνιο το γνώριμο μοτίβο της Άγκυρας: θόρυβος προς τα έξω, πίεση προς την Ελλάδα, αλλά χωρίς ουσιαστική δυνατότητα αλλαγής του στρατηγικού συσχετισμού. Από τα τουρκικά ΜΜΕ μέχρι τις παρεμβάσεις του υπουργού Άμυνας και τις χθεσινές δηλώσεις του Χακάν Φιντάν στην Εθνοσυνέλευση, το μήνυμα είναι προφανές: η Τουρκία προσπαθεί να δημιουργήσει τεχνητή ένταση, ελπίζοντας ότι θα κερδίσει κάτι στο τραπέζι, την ώρα που η Αθήνα παραμένει σταθερή στο διεθνές δίκαιο και στις κόκκινες γραμμές της.

Ο Φιντάν επανέφερε την πάγια – και μόνιμα αδιέξοδη – αξίωση περί «δίκαιου διαμοιρασμού» της Ανατολικής Μεσογείου, γνωρίζοντας ότι αυτή η θέση δυναμιτίζει εξ αρχής κάθε έννοια προόδου στα ελληνοτουρκικά. Η ελληνική απάντηση, άμεση και καθαρή, υπενθύμισε ότι μία και μόνη διαφορά υπάρχει: υφαλοκρηπίδα/ΑΟΖ. Όλα τα υπόλοιπα, όσο κι αν επαναλαμβάνονται από την Άγκυρα, παραμένουν εκτός πλαισίου. Και το μήνυμα για τη Θράκη ήταν ακόμη πιο ηχηρό: η Συνθήκη της Λωζάννης δεν ξαναγράφεται – τελεία.

Η Αθήνα συνεχίζει με συνέπεια τη στρατηγική ισορροπίας που έχει χαράξει ο Κυριάκος Μητσοτάκης. Κυριαρχικά δικαιώματα ασκούνται κανονικά, αλλά χωρίς να υπονομεύεται η λειτουργική σχέση με την Τουρκία, όσο αυτή υφίσταται. Ο πρωθυπουργός άλλωστε επανέλαβε ότι είναι ώριμες οι συνθήκες για τη σύγκληση του ΑΣΣ στην Άγκυρα το πρώτο τρίμηνο του 2026, όχι ως πυροτέχνημα, αλλά ως διαδικασία θεσμικής συνέχειας – ακόμη κι αν δεν παράγει «θεαματικά αποτελέσματα» κάθε φορά.

Η Άγκυρα πιέζει – η Αθήνα υπενθυμίζει ποιος έχει τα ευρωπαϊκά εργαλεία

Κι εδώ βρίσκεται η ουσία: η Τουρκία μπορεί να υψώνει τους τόνους, αλλά η Ελλάδα είναι αυτή που κρατά στα χέρια της τα πραγματικά εργαλεία ισχύος. Το βέτο στο SAFE, που θύμισε ο πρωθυπουργός, ήταν το πιο πρόσφατο παράδειγμα – μια ξεκάθαρη υπενθύμιση ότι η χώρα δεν διστάζει να χρησιμοποιήσει την ευρωπαϊκή της θέση για να θέσει όρια στην Άγκυρα. Την ίδια στιγμή, η αποτρεπτική ισχύς των Ενόπλων Δυνάμεων ενισχύεται με τρόπο που η Τουρκία παρακολουθεί με εμφανή νευρικότητα: η Belh@rra «Κίμων» σηκώνει την ελληνική σημαία στα ναυπηγεία της Γαλλίας στις 18 Δεκεμβρίου, ενώ το πρόγραμμα των ισραηλινών PULS με πυραύλους έως 300 και προσεχώς 500 χλμ. αλλάζει τα δεδομένα στο Αιγαίο.

Και σαν να μην έφτανε αυτό, η όλο και πιο στενή σχέση Κύπρου–ΗΠΑ–Ισραήλ δημιουργεί μια νέα περιφερειακή πραγματικότητα που αφήνει την Τουρκία στο περιθώριο. Ο Ερντογάν διαπιστώνει ότι ούτε οι προσδοκίες περί «προνομιακής σχέσης» με τον Τραμπ επιβεβαιώνονται, ούτε οι μεσολαβητικές φιλοδοξίες του βρίσκουν έδαφος – αντιθέτως, η Άγκυρα μοιάζει να μπαίνει στο επίκεντρο των διεθνών επιφυλάξεων, ειδικά μετά τα επεισόδια στη Μαύρη Θάλασσα.

Μέσα σε αυτή τη γεωπολιτική ρευστότητα, η Ελλάδα τοποθετείται με ωριμότητα: σταθερές συμμαχίες, ψύχραιμη διπλωματία, χωρίς φόβο, χωρίς ακρότητες. Και ναι – με τις «βαλβίδες αποσυμπίεσης» ανοιχτές όσο αυτό είναι δυνατόν, όχι επειδή το απαιτεί η Τουρκία, αλλά επειδή το επιβάλλει το ελληνικό συμφέρον.

Το συμπέρασμα; Η Άγκυρα μπορεί να υψώνει τους τόνους, αλλά χάνει το έδαφος κάτω από τα πόδια της. Η Αθήνα, αντίθετα, υπενθυμίζει καθημερινά ότι τα εθνικά συμφέροντα δεν συντηρούνται με κραυγές, αλλά με ισχύ, στρατηγική και αυτοπεποίθηση.