«Είμαι πατριώτης διεθνιστής και αντιμάχομαι το φασισμό σε κάθε του μορφή. Ιδιαίτερα στην πιο απατηλή και επικίνδυνη μορφή του, την αριστερόστροφη», τόνισε ο Μίκης Θεοδωράκης, στην ομιλία του στο Σύνταγμα, στις 4 Φεβρουαρίου του 2019, κατά τη διάρκεια του συλλαλητηρίου απέναντι στη Συμφωνία των Πρεσπών. Αυτή η φράση ήλθε σε συνέχεια της καταγγελίας του για την επίθεση που δέχθηκε στο σπίτι του, προκειμένου να μην παραστεί στη διαδήλωση.
Όλοι ξέρουμε τι εννοούσε, τα έχουμε ζήσει στο πετσί μας όλα αυτά τα «καλούδια» του αριστερόστροφου φασισμού, πολλές φορές. Όλοι έχουμε δει πώς συγκεκριμένες περιθωριακές ομάδες της αριστεράς, περιμένουν τους πάντες στη γωνία για μία διαφωνία, με σκοπό είτε να σπάσουν, είτε να γιουχάρουν, είτε να προκαλέσουν οποιαδήποτε ζημιά. Και μάλιστα, τους ζήσαμε και στην εξουσία. Κι αν όχι τους ίδιους, σίγουρα μια ομάδα η οποία στήριξε ένθερμα αυτές τις πρακτικές. Μέχρι που μετέτρεψε την αστυνομία σε ταξί για τον Ρουβίκωνα, δεν έχουμε μνήμη χρυσόψαρου, θυμόμαστε δόξα τω Θεώ.
Του ίδιου φασισμού μορφή, είναι η τρομοκρατία. Αυτή η γνωστή, αριστερή τρομοκρατία. Η τρομοκρατία στους δρόμους, η τρομοκρατία στο διαδίκτυο, η τρομοκρατία παντού.
Δεν μπορούσαμε να προχωρήσουμε στα Εξάρχεια, όσοι είχαμε κάποιο βήμα και μιλούσαμε. Απειλούμασταν και μόνο που θα πατούσαμε το πόδι μας εκεί.
Δεν μπορούσαμε να διαδηλώσουμε για κάτι το οποίο δεν αφορούσε αριστερά αιτήματα. Ήμασταν αυτόματα γραφικοί, οπισθοδρομικοί, ρατσιστές και φασίστες. Ειδικά στα συλλαλητήρια για τη Μακεδονία, το τι ακούσαμε από τους «προοδευτικούς» της εποχής.
Πόσοι από όλους εμάς δεχθήκαμε επιθέσεις. Είτε φυσικές, είτε λεκτικές, είτε διαδικτυακές. Εκφοβισμούς, κατά συρροή διασυρμούς, μόνο και μόνο γιατί προσπαθήσαμε να εκφραστούμε ελεύθερα, να ασκήσουμε δηλαδή το δημοκρατικό μας δικαίωμα.
Κι αυτά ήταν τα τερτίπια του αριστερόστροφου φασισμού στην απλή, κοινωνική, καθημερινή έκδοση.
Το αντίστοιχο που συνέβη στην πολιτική ζωή του τόπου, ήταν ο διασυρμός των πολιτικών αντιπάλων με επιθέσεις προσωπικού χαρακτήρα, με επιθέσεις σε οικογένειες, μικρά παιδιά, χωρίς αιδώ, χωρίς πολιτισμό, χωρίς καμία ενσυναίσθηση του τι προκαλούν με αυτές τις πρακτικές.
Μόνο το φιάσκο της Novartis να δούμε ως παράδειγμα, είναι αρκετό. «Σκότωσαν» πολιτικά αντιπάλους τους, πάνω σε ένα μύθευμα. Με βαρύγδουπες δηλώσεις (μεγαλύτερο σκάνδαλο από καταβολής ελληνικού κράτους) και κατηγορίες χωρίς στοιχεία, χτύπησαν ανελέητα ανθρώπους (γιατί και οι πολιτικοί άνθρωποι είναι), μόνο και μόνο γιατί έτσι λειτουργούν. Δεν επιθυμούν διάλογο, δεν ζητούν τη συμμετοχή. Επιθυμούν μόνο την εξουσία, πάσει θυσία. Την εξουσία και το μπάχαλο.
Τα ίδια βλέπαμε στα Πανεπιστήμια της χώρας. Το «ξύλο και ντου» ήταν η μοναδική τακτική την οποία υπηρετούσαν τυφλά.
Κάποτε, αυτές οι ομάδες ήταν πραγματικά στο περιθώριο και δεν εξέφραζαν κανέναν. Σήμερα, οι προστάτες αυτών των τακτικών, βρίσκονται στο επίκεντρο της πολιτικής ζωής του τόπου και καθορίζουν αποτελέσματα. Στοχεύουν μάλιστα να είναι η «ραχοκοκαλιά» της επόμενης διακυβέρνησης του τόπου, όπως μας είπε στην τελευταία του συνέντευξη ο Τσίπρας.
Όχι λοιπόν, με αυτές τις πρακτικές, δεν μπορούμε να συναινέσουμε και να συνεννοηθούμε σε τίποτα. Δεν μπορούμε και δεν πρέπει να το επιθυμούμε καν. Δεν επιτρέπεται πλέον, έχοντας «ολοκληρωμένο το έργο» να αφήνουμε κι άλλα περιθώρια.
Το οφείλουμε στην πατρίδα, το οφείλουμε στα παιδιά μας, το οφείλουμε στο μέλλον.
Και ναι, το οφείλουμε στον Μίκη…