Όταν τα αριστερά κόμματα μετατρέπουν το μεταναστευτικό σε όπλο κατά της λογικής και της εθνικής ασφάλειας
Δεν προκαλεί καμία έκπληξη η σφοδρή αντίδραση των κομμάτων της αριστεράς απέναντι στην κυβερνητική τροπολογία που επιτέλους βάζει ένα φρένο στην οργανωμένη εργαλειοποίηση ανθρώπων από τη Λιβύη. Ο ΣΥΡΙΖΑ, το ΚΚΕ, η Νέα Αριστερά και η κυρία Κωνσταντοπούλου παριστάνουν ξανά τους αυτόκλητους υπερασπιστές ενός δικαιώματος που, στην πράξη, μετατρέπεται σε ανοιχτή πύλη για όσους θέλουν να αποσταθεροποιήσουν τα σύνορα και να εκβιάσουν την Ελλάδα. Μιλούν για «παραβίαση διεθνούς δικαίου» ενώ κλείνουν τα μάτια στο πώς η ανεξέλεγκτη ροή μεταναστών υπονομεύει την κοινωνική συνοχή, την ασφάλεια και – ας μην γελιόμαστε – την ίδια την ανθρωπιά που υποτίθεται ότι υπερασπίζονται.
Η ρητορική περί «ντροπής» και «ρατσισμού» είναι η μόνιμη καραμέλα της αριστεράς κάθε φορά που η κυβέρνηση επιχειρεί να βάλει τάξη σε ένα χάος που οι ίδιοι καλλιέργησαν χρόνια τώρα. Γιατί δεν είναι «αυθαίρετη» η ανεξέλεγκτη είσοδος αγνώστου αριθμού ανθρώπων που δεν πληρούν ούτε κατ’ ελάχιστον τις προϋποθέσεις ασύλου; Δεν είναι «επικίνδυνη» η μετατροπή της Ελλάδας σε αποθήκη ψυχών; Οι ίδιοι που ορκίζονται στον ανθρωπισμό είναι εκείνοι που καταδικάζουν χιλιάδες πολίτες να ζουν σε φόβο, αβεβαιότητα και ανασφάλεια, γιατί δεν τολμούν να πουν τα πράγματα με το όνομά τους: η χώρα δέχεται επίθεση με ανθρώπινες ασπίδες. Και αυτή η κυβέρνηση – σε αντίθεση με τις προηγούμενες – δεν θα το αφήσει να περάσει έτσι.
Η κυβέρνηση επιλέγει να προστατεύσει το εθνικό συμφέρον, να υπερασπιστεί τα σύνορα, να στείλει μήνυμα σε όσους νομίζουν ότι μπορούν να εκβιάσουν μια ολόκληρη χώρα εργαλειοποιώντας ανθρώπινες ζωές. Η αριστερά μπορεί να συνεχίσει το γνωστό της τροπάριο περί «ρατσισμού» και «παρανομίας» – οι πολίτες όμως καταλαβαίνουν. Καταλαβαίνουν ποιοι φυλάνε Θερμοπύλες και ποιοι ονειρεύονται μια χώρα ξέφραγο αμπέλι στο όνομα ενός δήθεν ανθρωπισμού που λειτουργεί πάντα σε βάρος των αληθινών προσφύγων και – φυσικά – των Ελλήνων πολιτών. Ευτυχώς, η υποκρισία τους δεν ξεγελά πια κανέναν.