Στην Ελλάδα της πολιτικής παράστασης, η χθεσινή παρουσίαση του βιβλίου «Ιθάκη» από τον Αλέξη Τσίπρα δεν ήταν απλώς ένα πολιτικό γεγονός· ήταν ένα μάθημα αυτοπροβολής. Ο πρώην πρωθυπουργός ανέβηκε στο Παλλάς, κράτησε τον τίτλο «αρχηγός παρών» και με κάθε του λέξη επιβεβαίωσε ότι για τον ίδιο η ηγεσία μετριέται σε φωνές και κραυγές, όχι σε αποφάσεις ή στρατηγική. Οι υπόλοιποι, στελέχη και ηγεσίες που κάποτε θα έπρεπε να συνεργάζονται, παρακολούθησαν από τον εξώστη, μάρτυρες μιας παράστασης που ανακυκλώνει το ίδιο έργο του 2015.
Η εικόνα της αμηχανίας, η επιλεκτική παρουσία, η αίσθηση ότι κανείς δεν ξέρει αν ανήκει ή όχι στο «νέο εγχείρημα», λέει περισσότερα για την πολιτική κουλτούρα του ΣΥΡΙΖΑ παρά οποιαδήποτε διακήρυξη περί «οργάνωσης από τη βάση». Η πραγματικότητα είναι σαφής: η αυτοαποθέωση του αρχηγού καλύπτει την έλλειψη πολιτικής ουσίας και την ανικανότητα να οικοδομηθεί ένα συνεκτικό πολιτικό αφήγημα.
Η ηγετικότητα ως σόου και η Ιθάκη της αμηχανίας
Η δήλωση του βουλευτή Γιώργου Καραμέρου, που προσπάθησε να υπερασπιστεί το «παρών» του Τσίπρα και να αιτιολογήσει την αμηχανία του ΠΑΣΟΚ, αποκαλύπτει την ουσία του προβλήματος: η ηγετικότητα στον ΣΥΡΙΖΑ μοιάζει να ταυτίζεται με την παρουσία του αρχηγού και όχι με ουσιαστική δράση. Ο Καραμέρος ανέφερε ότι «αρχηγού παρόντος, πάσα αρχή παυσάτω», μια ρήση που μετατρέπει την πολιτική σε σόου και την στρατηγική σε απλή επαναφορά προσώπων. Αντί για ξεκάθαρη πολιτική ατζέντα ή λύσεις, μένει η φλυαρία και η αίσθηση αυτοαναφορικότητας.
Η επιστροφή του Τσίπρα, μέσα από το βιβλίο και τις περιοδείες της «Ιθάκης», δεν είναι παρά μια προσπάθεια να ξαναχτίσει ό,τι ο ίδιος διέλυσε, παρουσιάζοντάς το ως «νέο». Η εικόνα είναι αποκαλυπτική: αρχηγός στο βάθρο, όλοι οι άλλοι παρακολουθούν, ενώ η ηγετικότητα μετατρέπεται σε κραυγή «παρών», χειροκροτήματα και κούφιο θεατρικό αποτέλεσμα.
Στο τέλος, η Ιθάκη του Τσίπρα δεν είναι ταξίδι, αλλά σόου αυτοπροβολής, ένα comeback που αδειάζει ακόμη και τους δικούς του και αφήνει την πολιτική στην αμηχανία των υπολοίπων. Η «ηγετικότητα» που περιγράφεται δεν παράγει πολιτική αλλαγή – παρά μόνο εικόνα, λόγια και μπόλικη αυτοαναφορικότητα.





