Σε μία ακόμη κίνηση με ισχυρό συμβολικό και απτό οικονομικό αποτύπωμα, η Ελλάδα προχωρά σήμερα σε πρόωρη αποπληρωμή δημόσιου χρέους, ενισχύοντας συστηματικά τη φήμη αξιοπιστίας που είχε χαθεί την προηγούμενη δεκαετία. Δεν πρόκειται για μια λογιστική λεπτομέρεια ούτε για επικοινωνιακό τέχνασμα, αλλά για μια στρατηγική επιλογή που μεταφράζεται σε μετρήσιμα οφέλη για την οικονομία, τις επιχειρήσεις και, τελικά, τους φορολογούμενους πολίτες. Κυρίως όμως, είναι μια κίνηση που αποφορτίζει το μέλλον χωρίς να επιβαρύνει το παρόν της σημερινής γενιάς.
Το Ελληνικό Δημόσιο αποπληρώνει πρόωρα 5,3 δισ. ευρώ δανείων GLF (Greek Loan Facility), δανείων του πρώτου μνημονίου με λήξεις μετά το 2031. Η επιλογή αυτή επιταχύνει τη μείωση του δημοσίου χρέους σε ρυθμούς που μέχρι πριν λίγα χρόνια φάνταζαν αδιανόητοι. Για πρώτη φορά μετά το 2011, το χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ υποχωρεί κάτω από το 140%, με ορατό πλέον τον στόχο του 120% έως το 2029. Αν επιβεβαιωθεί η τροχιά, η Ελλάδα παύει το 2026 να είναι η πιο χρεωμένη χώρα της Ευρώπης, παραδίδοντας τα «σκήπτρα» στην Ιταλία.
Παράλληλα, η πρόωρη αποπληρωμή στρώνει το έδαφος για νέες αναβαθμίσεις από τους οίκους αξιολόγησης εντός του 2026, μειώνοντας περαιτέρω το κόστος δανεισμού για το Δημόσιο και τις επιχειρήσεις. Δεν είναι τυχαίο ότι το επιτόκιο δεκαετούς δανεισμού της Ελλάδας κινείται χαμηλότερα από εκείνα χωρών όπως η Γαλλία, η Ιταλία, το Ηνωμένο Βασίλειο, ακόμη και οι ΗΠΑ – όχι σε απόλυτους όρους ιστορικού χαμηλού, αλλά σε συγκριτικούς όρους, σε μια διεθνώς αντίξοη συγκυρία.
Γιατί το χρέος έχει προτεραιότητα από τις παροχές
Όλες οι πληρωμές γίνονται από το «μαξιλάρι» διαθεσίμων. Ακόμη και μετά τη σημερινή κίνηση, το 2025 αναμένεται να κλείσει με πάνω από 35 δισ. ευρώ στο ταμείο. Εδώ γεννιέται το εύλογο ερώτημα: γιατί όχι παροχές «εδώ και τώρα»;
Η απάντηση είναι απλή αλλά συχνά σκόπιμα συγχέεται. Πρώτον, τα 5,3 δισ. δεν προέρχονται από τον Προϋπολογισμό, αλλά από ειδικό λογαριασμό που δημιουργήθηκε στο τέλος του τρίτου μνημονίου με αποκλειστικό σκοπό τη διαχείριση του χρέους. Τα κεφάλαια αυτά δεν μπορούν –και δεν επιτρέπεται– να χρησιμοποιηθούν για μισθούς, συντάξεις ή επιδόματα.
Δεύτερον, η πρόωρη αποπληρωμή δεν επιβαρύνει δημοσιονομικά τη χώρα. Αντιθέτως, εξοικονομεί 1,6 δισ. ευρώ σε τόκους έως το 2041 και, σωρευτικά με προηγούμενες κινήσεις, μειώνει ήδη τους ετήσιους τόκους κατά περίπου 3,5 δισ. ευρώ. Αυτή η «ανάσα» είναι που δημιουργεί χώρο για βιώσιμες πολιτικές στο μέλλον, χωρίς νέα λιτότητα.
Όσοι επιχειρούν να υποβαθμίσουν το όφελος επικαλούμενοι θεωρίες «πραγματικής παρούσας αξίας» παραβλέπουν μια βασική αλήθεια: τα δάνεια αυτά πληρώθηκαν ακριβά για χρόνια. Η πρόωρη αποπληρωμή δεν είναι λογιστικό παιχνίδι, αλλά καθαρό κέρδος αξιοπιστίας, σταθερότητας και ελευθερίας κινήσεων.
Σε τελική ανάλυση, η χώρα δεν συγκρίνει «μήλα με πορτοκάλια». Επιλέγει συνειδητά να μειώσει βάρη του παρελθόντος, ώστε οι επόμενες γενιές να μην κληθούν να πληρώσουν ξανά τον ίδιο λογαριασμό. Και αυτό, σε μια χώρα με τη μνήμη της κρίσης ακόμη νωπή, δεν είναι απλώς οικονομική πολιτική· είναι πολιτική ευθύνης.





