Σε μια συγκυρία όπου η γεωπολιτική αστάθεια μετατρέπεται σε διεθνές «σταθερά», η κυβέρνηση Μητσοτάκη συνεχίζει να χαράζει –χωρίς φωνές, χωρίς τυμπανοκρουσίες, αλλά με απόλυτη στρατηγική συνέπεια– το νέο δόγμα αποτροπής της χώρας. Και ο Νίκος Δένδιας, από το βήμα του Μεγάρου της Παλαιάς Βουλής, δεν μίλησε απλώς για την «Ατζέντα 2030». Την υπέγραψε πολιτικά, επιχειρησιακά και ιστορικά. Με την ψυχραιμία και την αυστηρότητα που απαιτεί μια εποχή όπου, σε άλλες γειτονιές του Αιγαίου, κάποιοι ακόμη επιμένουν να μιλούν για «γκρίζες ζώνες» και «τουρκολιβυκές φαντασιώσεις».
Πριν από μερικά χρόνια, μια τέτοια αναφορά σε αντιπυραυλικές και αντιαεροπορικές ασπίδες, σε θαλάσσιες και υποθαλάσσιες ζώνες, σε φρεγάτες Belharra και Bergamini, ίσως να έμοιαζε «μεγάλη κουβέντα». Με μια χώρα εγκλωβισμένη σε κρίσεις, δεν υπήρχε περιθώριο για πραγματική αμυντική υπερανάπτυξη. Σήμερα όμως, με επενδύσεις που έχουν ήδη υλοποιηθεί και συμμαχίες που έχουν πραγματικό βάρος, η Ελλάδα αλλάζει πίστα. Και αυτό δεν είναι πολιτική υπερβολή — είναι τεχνικό δεδομένο.
Η «Ασπίδα του Αχιλλέα» και το τέλος των ψευδαισθήσεων στο Αιγαίο
Το μήνυμα του Δένδια δεν ήταν απλώς τελετουργικό, όπως συνηθίζεται σε επετειακές εκδηλώσεις. Ήταν σαφές, απόλυτο και βαθιά πολιτικό: η Ελλάδα του 2030 θα διαθέτει πέντε στρώματα άμυνας – ένα ολοκληρωμένο σύστημα προστασίας που αλλάζει τους κανόνες του παιχνιδιού. Αντιπυραυλική, αντιαεροπορική, anti-drone, θαλάσσια και υποθαλάσσια ασπίδα. Όχι θεωρίες· υλοποιήσεις. Και μάλιστα σε συνδυασμό με την απελευθέρωση του Στόλου από τον παραδοσιακό –και περιοριστικό– ρόλο της μόνιμης επιτήρησης του Αιγαίου.
Η στρατηγική είναι απλή: όταν το πυραυλικό Πυροβολικό αναλαμβάνει την υψηλή ευθύνη της άμεσης αποτροπής, τα νέα πλοία –οι Belharra, οι επερχόμενες Bergamini και ο «Κίμων»– παύουν να είναι «δεμένα» στα στενά όρια του Αιγαίου. Κινούνται πλέον ελεύθερα στην Ανατολική Μεσόγειο, εκεί όπου διαμορφώνονται οι μεγάλες ισορροπίες ενέργειας, δικαίου και κυριαρχίας.
Και αν κάποιος δεν κατάλαβε, ο υπουργός φρόντισε να το κάνει ακόμη πιο καθαρό: δεν υπάρχει περίπτωση ο Ελληνισμός να ανεχθεί την παραμικρή εφαρμογή του τουρκολιβυκού μορφώματος. Δεν υπάρχει «διαπραγμάτευση» για τα δικαιώματα των νησιών. Δεν υπάρχει ούτε χιλιοστό υποχώρησης σε αυτά που κατοχυρώνει η UNCLOS. Το άρθρο 121 §2 ήταν, είναι και θα παραμείνει πολιτικός και νομικός οδηγός.
Αυτό το σχόλιο όμως, πέρα από την τεχνική του διάσταση, καταγράφει και κάτι βαθύτερο: μια κυβέρνηση που επαναφέρει στο κέντρο του εθνικού αφηγήματος τον ρεαλισμό. Όχι τον φοβικό ρεαλισμό της δεκαετίας των μνημονίων, αλλά έναν ώριμο, σύγχρονο πατριωτισμό. Έναν πατριωτισμό που δεν βασίζεται σε ανασφάλειες αλλά σε δυνατότητες.
Η αναφορά του Δένδια στις διεθνείς συμφωνίες –με Ιταλία και Αίγυπτο– δεν έγινε τυχαία. Υπενθύμισε ότι μόνο όταν έχεις στρατηγικό σχέδιο, μπορείς να «γράφεις» θαλάσσιες ζώνες με υπογραφή και κύρος. Αντιθέτως, τα «εξωνομικά» και «εξωλογικά» κατασκευάσματα άλλων χωρών καταλήγουν εκεί που ανήκουν: στα συρτάρια των νομικών παραδόξων της ιστορίας.
Κάπως έτσι η φετινή επέτειος για την απελευθέρωση της Καρπάθου έφυγε από τον χώρο της εθιμοτυπίας και πέρασε στον χώρο της σύγχρονης στρατηγικής. Η Κάρπαθος δεν παρουσιάστηκε μόνο ως μνήμη· παρουσιάστηκε ως σημείο αναφοράς για το σήμερα και το αύριο του Ελληνισμού. Με την κυβέρνηση να δείχνει ότι η προάσπιση της εθνικής κυριαρχίας δεν είναι ζήτημα ρητορικής, αλλά τεχνολογίας, συμμαχιών, αποφασιστικότητας και —κυρίως— πολιτικής βούλησης.
Και αυτή, όσο κι αν ενοχλεί κάποιους γείτονες, περισσεύει.





