Η τραγωδία των Τεμπών, μια από τις πιο συγκλονιστικές στιγμές της σύγχρονης Ελλάδας, δεν έφερε μόνο θλίψη, πένθος και οργή.
Έφερε στην επιφάνεια και το πιο σκοτεινό πρόσωπο της πολιτικής: τη χυδαία εκμετάλλευση του πόνου για μικροπολιτικά οφέλη. Αντί η αντιπολίτευση να σταθεί στο ύψος των περιστάσεων, να απαιτήσει ουσιαστικές αλλαγές και να συμβάλει στη διαλεύκανση της υπόθεσης με σοβαρότητα και υπευθυνότητα, επέλεξε την εύκολη οδό. Μια οδό γεμάτη ακρότητες, ατεκμηρίωτες κατηγορίες και παραπλάνηση της κοινής γνώμης.
Στην πρώτη γραμμή αυτής της τακτικής βρέθηκε το ΠΑΣΟΚ, το οποίο, παρασυρόμενο από τον ΣΥΡΙΖΑ, ακολούθησε έναν ολισθηρό δρόμο που όχι μόνο δεν προσέφερε κάτι στη δικαιοσύνη, αλλά αντίθετα, δηλητηρίασε ακόμα περισσότερο τον δημόσιο διάλογο. Ο λαϊκισμός, που τόσο υποτίθεται ότι θέλει να πολεμήσει το ΠΑΣΟΚ, έγινε το ίδιο του το όπλο. Όμως, πώς φτάσαμε ως εδώ; Και ποιο είναι το τίμημα μιας τέτοιας αντιπολιτευτικής στρατηγικής;
Ο Λαϊκισμός ως πολιτική επιλογή
Ο λαϊκισμός στην πολιτική δεν είναι κάτι νέο. Είναι μια τακτική που επιλέγουν κόμματα και πολιτικοί όταν δεν έχουν ξεκάθαρο όραμα ή στρατηγική, αλλά επιδιώκουν την άμεση πολιτική εκμετάλλευση του θυμικού της κοινωνίας. Στην περίπτωση των Τεμπών, αντί να υπάρξει μια συγκροτημένη και υπεύθυνη αντιπολιτευτική γραμμή που να εστιάζει στη λογοδοσία και στις θεσμικές αλλαγές, το ΠΑΣΟΚ και ο ΣΥΡΙΖΑ ακολούθησαν μια διαφορετική προσέγγιση: υιοθέτησαν θεωρίες συνωμοσίας, διακινούσαν ανεπιβεβαίωτες πληροφορίες και προσπαθούσαν να διαστρεβλώσουν την πραγματικότητα ώστε να πλήξουν την κυβέρνηση.
Αρχικά, είδαμε να διατυπώνονται κατηγορίες περί ύπαρξης «περίεργου φορτίου» στην εμπορική αμαξοστοιχία. Παρά το γεγονός ότι νέα βίντεο αποδεικνύουν πως δεν υπήρχε τίποτα ύποπτο, η παραφιλολογία συνεχίστηκε. Ο στόχος ήταν ξεκάθαρος: να καλλιεργηθεί η αίσθηση ενός «μεγάλου σκανδάλου» ακόμα και χωρίς στοιχεία, ώστε να διατηρείται ζωντανός ο θυμός της κοινής γνώμης. Είναι η κλασική τακτική του λαϊκισμού: πρώτα δημιουργούμε το αφήγημα και μετά ψάχνουμε στοιχεία που το επιβεβαιώνουν – κι αν δεν υπάρχουν, απλώς συνεχίζουμε να το διακινούμε.
Το ίδιο συνέβη και με τις κατηγορίες περί «αλλοίωσης του τόπου της τραγωδίας». Το ΠΑΣΟΚ κατέθεσε πρόταση για προανακριτική επιτροπή, όχι επειδή είχε αδιάσειστα στοιχεία, αλλά επειδή ήθελε να συντηρήσει ένα αφήγημα περί συγκάλυψης. Και όταν η κυβέρνηση είπε «ναι» στην πρόταση, αντί αυτό να θεωρηθεί μια κίνηση διαφάνειας, χρησιμοποιήθηκε ξανά ως απόδειξη ενοχής.
Η πολιτική εκμετάλλευση του πόνου
Η μεγαλύτερη ηθική κατάπτωση της αντιπολίτευσης δεν ήταν η διακίνηση ψευδών ειδήσεων. Ήταν η πλήρης εργαλειοποίηση του πόνου των οικογενειών των θυμάτων. Η τραγωδία των Τεμπών δεν ήταν για αυτούς ένα ζήτημα δικαιοσύνης ή αλλαγής συστήματος· ήταν ένα όχημα για να αυξήσουν τα ποσοστά τους στις δημοσκοπήσεις.
Μια τέτοια στρατηγική όμως, πέρα από ανήθικη, είναι και πολιτικά αδιέξοδη. Ο λαός μπορεί να εξοργιστεί εύκολα, αλλά δεν ξεχνά ποιοι εκμεταλλεύονται τον πόνο του. Όπως συνέβη και με άλλες εθνικές τραγωδίες στο παρελθόν, η κοινωνία δεν αργεί να αντιληφθεί τη διαφορά μεταξύ αυτών που προσπαθούν να φέρουν αλλαγές και αυτών που απλώς επιχειρούν να κερδίσουν μικροπολιτικά οφέλη. Και σε αυτήν την περίπτωση, η αντιπολίτευση ξεπέρασε κάθε όριο.
Το πολιτικό κόστος του Λαϊκισμού
Η στρατηγική του λαϊκισμού μπορεί να φαίνεται βραχυπρόθεσμα αποδοτική, αλλά μακροπρόθεσμα αποδεικνύεται καταστροφική. Το ΠΑΣΟΚ, αντί να εδραιωθεί ως η υπεύθυνη δύναμη του κεντρώου χώρου, σύρθηκε σε μια αντιπολιτευτική τακτική που το ταύτισε με τις ακρότητες του ΣΥΡΙΖΑ. Αντί να χτίσει αξιοπιστία, έδωσε την εικόνα ενός κόμματος που, μπροστά στην ανάγκη να αυξήσει την εκλογική του επιρροή, δεν δίστασε να ακολουθήσει τις πιο φθηνές και κυνικές πρακτικές.
Και το αποτέλεσμα; Η κοινωνία κουράστηκε. Οι πολίτες θέλουν απαντήσεις, θέλουν διαφάνεια, αλλά κυρίως θέλουν σοβαρότητα. Και όταν βλέπουν την αντιπολίτευση να παίζει παιχνίδια με τον θάνατο 57 ανθρώπων, αντιδρούν. Το ΠΑΣΟΚ είχε την ευκαιρία να ξεχωρίσει από τον ΣΥΡΙΖΑ, να αναδειχθεί ως μια υπεύθυνη πολιτική δύναμη που θα πίεζε την κυβέρνηση προς ουσιαστικές λύσεις. Αντί γι’ αυτό, επέλεξε να πέσει στην παγίδα της ακραίας καταγγελίας χωρίς στοιχεία, οδηγώντας τον εαυτό του σε πολιτικό αδιέξοδο.
Η ανάγκη για μια νέα αντιπολίτευση
Η Ελλάδα χρειάζεται μια σοβαρή αντιπολίτευση, όχι ένα μείγμα λαϊκισμού και παραπληροφόρησης. Οι εθνικές τραγωδίες δεν μπορούν να γίνονται εργαλεία πολιτικής εκμετάλλευσης. Η εμπιστοσύνη στην πολιτική δεν θα αποκατασταθεί με ψεύδη, αλλά με αλήθειες. Το ΠΑΣΟΚ και ο ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να καταλάβουν ότι η οργή της κοινωνίας δεν είναι μια δεξαμενή που μπορούν να εκμεταλλευτούν για τα δικά τους συμφέροντα. Αν θέλουν να παίξουν ουσιαστικό ρόλο στο πολιτικό σκηνικό, οφείλουν να αλλάξουν πορεία.
Το τραγικό δυστύχημα στα Τέμπη θα έπρεπε να είχε γίνει αφορμή για ενότητα, συνεννόηση και λογοδοσία. Αντ’ αυτού, μετατράπηκε σε θέατρο πολιτικής εκμετάλλευσης. Και αυτή η επιλογή θα κοστίσει ακριβά σε όσους πίστεψαν ότι μπορούν να πατήσουν πάνω στους νεκρούς για να ανέβουν στις δημοσκοπήσεις.
Η κοινωνία απαιτεί υπευθυνότητα. Και όσοι δεν το καταλάβουν, σύντομα θα βρεθούν αντιμέτωποι με τη δική της καταδικαστική ετυμηγορία.